Οι μέρες περνούσαν αργά και μαρτυρικά για το Στάθη και το Μάνθο.
Η Αννίκα είχε πεισμώσει και δεν ήθελε να γυρίσει στο σπίτι τους, αν ο άντρας της δεν ξεκαθάριζε την κατάσταση με τη μητέρα του.
- Μπαμπά, τι λες να γίνει; Μήπως ζητήσει διαζύγιο;
- Σώπα βρε γιε μου, σ' αγαπάει η γυναίκα σου! Τη μάνα σου πρέπει να διώξουμε, να πάει πιο μακριά! Τώρα θα μου πεις και με το δίκιο σου, όπου και να είναι τα δικά της θα τα κάμει...
Ένας μήνας είχε περάσει από την ημέρα του μεγάλου καβγά. Ο Μάνθος έπαιρνε τα παιδιά στο σπίτι για να τα δει ο πατέρας τους, ήταν μικρά ακόμα και δεν καταλάβαιναν.
Η Νάνσυ είχε ήδη μιλήσει με δικηγόρο, κατηγορώντας τη νύφη της ότι εγκατέλειψε τον άντρα της κι απαγόρευε να δει τα παιδιά του...
- Πάει και τέλειωσε γιε μου, να την ξεχάσεις! Γυναίκα είναι αυτή που παρατάει το σπίτι της;
Η διχόνοια ανάμεσα στο ζευγάρι θέριεψε. Βλέποντας ο Στάθης την άρνηση της Αννίκας κι έχοντας τη μάνα του να τριβελίζει το μυαλό του συνέχεια, αποφάσισε να παίξει το τελευταίο του χαρτί. Ή θα επέστρεφε στο σπίτι τους με τα παιδιά ή θα χώριζαν!
- H γειτονιά ηξεύρει αυτά που είπαμε, η Αννίκα με τα παιδιά είναι εδώ επειδής κάμνουνε γκρεμίσματα τσοι τοίχοι στο σπίτι!
- Και ίσα με πότε θα μερεμετίζουνε μπρε Σασώ; Αυτά τα πράματα σκέπτουμαι, ρεζίλι θα γένουμε άμα πάρουνε χαμπάρι... Εντροπής πράματα είναι αυτά...
- Θα σιάξουνε όλα, θα ιδείς... Ηπήρε το μάθημά του ο γαμπρός και θα φερθεί κατά πως πρέπει. Αμά κι αυτή η Νάνσυ, την ψυχή τση κόρης σου ήβγαλε, άδικο δεν έχει το παιδί...
- Τι να κάμω δεν ηξεύρω... Δεν είναι κι άθρωπος να τη μιλήσεις, αυτή χαρές έχει που τσι ήφερε τον ένα εκεί και την άλληνα εδώ, άλλο που δεν ήθελε... Αμά κι ο συμπέθερος κομμάτι αλλιώτικος με φαίνεται, σάμπως και να μη δικιολογεί τη νύφη του πια... Δίκιο έχει, το παρατράβηξε η κόρη μου... Κι εκεί στο Πασαλιμάνι δε θα βουίζει ο τόπος που τον άφηκε η γυναίκα του το Στάθη;
- Μπρε Λούλα μου, όποτε πάγαινα για να ποτίσω τσι γλάστρες τόση κουβέντα ήπιανα με τσι γειτόνισσες! Μια κακιά λέξη δεν ήκουσα για την Αννίκα απέ τσι άλλες των διαμερισμάτων τση πολυκατοικίας! Και την ψιλικατζού στη θέση τση ήβαλα που ήβγαινε στην πόρτα κι ούλο ήλεγε ο στόμας τση! Αφού η πεθερά την κλάφτηκε, την ηλυπήθηκε για, το ίδιο θα ήκαμες κι εσύ κι εγώ! Το θέμα είναι να σμίξει το αντρόγυνο και η μάνα του να μην ανακατώνεται στη ζωή τσους...
Το τηλέφωνο που χτυπούσε επίμονα ξύπνησε το Στάθη. Η μητέρα του κοφτά τον κάλεσε στο σπίτι της.
- Πλύσου, ντύσου κι έλα αμέσως εδώ!
Στην πόρτα τον περίμενε και με τον καφέ έτοιμο στο τραπέζι.
- Ο δικηγόρος μας περιμένει, του μίλησα εγώ! Εγκατέλειψε τη συζυγική στέγη η προκομμένη σου και το διαζύγιο θα βγει σε βάρος της! Το Μανθούλη θα τον πάρουμε εμείς και θα τον αναλάβω εγώ και ο μικρός ας μείνει μαζί της, να κόψουνε το λαιμό τους να τον μεγαλώσουνε! Θα σου πει για τη διατροφή, μη και στα φάει όλα το παλιόσογο!
- Τι λες καλέ μαμά τώρα;
- Πάει και τέλειωσε! Βασίλισσα την έκαμες με όλα τα καλά και είδες πως σου φέρθηκε! Άμα σ' αγαπούσε βρε χαζέ, θα το έκαμε αυτό; Εγώ γιατί δε χώρισα τον πατέρα σου που τσιλημπούρδιζε κι έκαμα υπομονή τόσα χρόνια, ε; Επειδής ήτανε ο άντρας μου και τον αγαπούσα, ούτε και σε σένα ήθελα να στερήσω το μπαμπά σου! Θα της τα πάρω όλα και θα τήνε αφήσω με τα ρούχα που φοράει, αν κι αυτά εσύ της τα πήρες! Να μείνει στην αυλή με τις γυναικούλες και να πλένεται στη σκάφη πάλι για να μάθει! Να το κάμει αυτό σε σένανε και να τήνε ξαναπάρεις στο σπίτι; Αν είναι δυνατόν! Θα πλερώσω όσο όσο για να τήνε ξεφορτωθείς μια και καλή την κατσιβέλα! Δε σε μεγάλωσα εγώ για να κακοπέσεις και να γελάει ο κόσμος με σένανε! Θα λένε πως έχεις και κάνα κουσούρι και σε εγκατέλειψε! Άστα πίσω σου όλα, ανάγκη δεν έχεις. Μόνο την υπογραφή σου θα βάλεις κι άλλο τίποτες δε χρειάζεται! Να φύγεις ήσυχος στο ταξίδι σου γιε μου και μη σε νοιάζει τίποτα, εγώ κι ο πατέρας σου να είμαστε καλά!
Η Διονυσία μελαγχολική όπως πάντα τους τελευταίους μήνες, έψησε καφεδάκια και κάθισε στο τραπεζάκι της κουζίνας. Κόρη κι εγγονή μιλούσαν όπως κάθε μέρα στην κάμαρα ψιθυριστά, για να μην ακούσουν τα παιδιά που έπαιζαν αμέριμνα.
- Μαμά, τσ' είπα να μηνύσει τον άντρα τση να έρτει για να μιλήσουνε! Καλύτερα να τα πούνε κάπου μακριά από δω, μόνοι να είναι...
- Ναι κόρη μου, πολύ σωστά τα λες! Άιντε και θα με φάει κι εμένα ο καημός... Ό,τι ηγίνηκε, ηγίνηκε, θα πάνε ούλα καλά από δω και πέρα! Ηπήρανε το μάθημά τσους πια και θα προσέχει τη μάνα του ο άντρας τση! Ιδές που δεν ήρχεται μήτε για τα παιδιά και τα παγαίνει ο παππούς στο μπαμπά τσους... Να τόνε καλοπιάσει το Σταθούλη, ζωή μπροστά τσους έχουνε και δυο αγόρια να μεγαλώσουνε... Έτσι δεν είναι Αννίκα μου; Έλα κοκόνα μου, άκουε τη μαμά σου κι εμένανε... Με τον άντρα σου θα ζήσεις, όχι και με τη μάνα του!
- Αγανάκτησα νενέ μου με τα ρεζιλίκια που έκαμε η πεθερά μου! Θα του πω να αλλάξουμε και σπίτι, μήτε τη γειτονιά εκεί δε θέλω πια, ντρέπομαι πολύ...
- Ναι, αυτό να κάμετε! Να μην έχεις τσι κουτσομπόλες που μίλησε η πεθερά σου μες στα μούτρα σου και συχίζεσαι! Να βγω με τη Σασώ στοις δρόμοι να ιδούμε για άλλο σπίτι, ηξεύρεις πόσες πολυκατοικίες χαζεύουμε; Με τσι ωραίες βεράντες σαν και τη δικιά σας κι ηβλέπουνε κι αυτές στη θάλασσα!
Το χτύπημα στην πόρτα τους διέκοψε τη Λούλα. Ένας κύριος με κουστούμι και τσάντα στο χέρι, ακολουθούσε τη Νάνσυ που κουβαλούσε μια βαλίτσα.
- Ήρθα να πάρω τα πράματα του γιου μου και τα παιδιά να δουν το μπαμπά τους πριν φύγει! Εσύ πάρε το χαρτί από τον κύριο κι αύριο πρωί πρωί στο δικηγόρο, βάλαμε μπρος το διαζύγιο! Τα ρούχα σου θα τα μοιράσω στις φτωχούλες, να βάλουνε πάνω τους και τίποτες καλό, βγάλε και τα χρυσαφικά από το λαιμό και τα χέρια σου τώρα! Φταίει ο γιος μου που σε στόλισε και σε έκαμε κυρία, αλλά δε σου άξιζε ούτε πράμα ψεύτικο!
Η γειτονιά σηκώθηκε στο πόδι από τις φωνές της Λούλας που τη φώναζε αντροχωρίστρα και παλιογυναίκα. Τα παιδιά έκλαιγαν στην αγκαλιά της Αννίκας και δεν ήθελαν να τα πάρει η γιαγιά τους. Η Νάνσυ έβγαλε τρία χιλιάρικα και τα πέταξε στο τραπέζι.
- Αυτά είναι δώρο από μένα! Και να ξέρεις ότι το ένα παιδί θα το πάρουμε εμείς, να το μεγαλώσουμε όπως πρέπει! Ο Μανθούλης θα γίνει σαν τον πατέρα του! Για το μικρό θα σου στέλνει κάποια λεφτά κι εσύ κάμε τα κουμάντα σου!
Το βαρύ χέρι της νταρντάνας Λούλας έπεσε στο κεφάλι της μικροκαμωμένης συμπεθέρας και οι βρισιές που ακολούθησαν την έκαναν να φύγει τρέχοντας. Κατέφυγε στο πατρικό της Μαγδαληνής κι η μητέρα της την περιέθαλψε.
- Μήνυση θα κάμω μαντάμ τση Λούλας! Δέκα χιλιάδες άφηκα για τη μάνα και τα παιδιά να καλοπερνάνε κι αυτές με βρίσανε και με χτύπησε στο κεφάλι η τρελή!
Η Ασπασία πλήρωσε τα γλυκά που κέρασε στην Αννίκα και τα παιδιά. Απόγευμα Κυριακής, μια μέρα πριν το δικαστήριο, βγήκαν για να μιλήσουν.
- Φοβάμαι για το Μανθούλη μας, θέλει να τον πάρει...
- Μη βάζεις αυτές τις σκέψεις στο μυαλό σου βρε Αννίκα! Τα παιδιά μένουν με τη μάνα τους, έτσι θα σου πάρει το παιδί; Άστη να λέει, να δούμε αν τολμήσει να ξεστομίσει τέτοιο πράγμα αύριο! Τον άντρα σου θα τον εκπροσωπήσει ο δικηγόρος, ε;
- Ναι, αφού λείπει έτσι θα γίνει... Το περίμενες αυτό από το Στάθη βρε ξαδέρφη;
- Δε με άκουσες Αννίκα! Το μάθημα έπρεπε να το πάρει πριν φύγει, στο έλεγα! Όταν μπαρκάρισε, ήταν λογικό να τον κάνει η μάνα του ό,τι ήθελε! Όσο κι αν αγαπάει ένας άντρας τη γυναίκα του και να την εμπιστεύεται, όταν ταξιδεύει και μάθει άσχημα πράγματα αλλάζει το μυαλό του... Η πεθερά σου χαμπάρι δε θα έπαιρνε, δικαιώματα σου έδινε πάντα για να βρεις πάτημα! Το κακό κόβεται από τη ρίζα, αν το αφήσεις κι απλωθεί δεν το μαζεύεις εύκολα! Έτσι την έπαθες κι εσύ δυστυχώς... Αλλά διαζύγιο δε θα δούνε, όπως είπαμε θα κάνεις! Ο δικηγόρος είναι από τους καλύτερους και θα σε υποστηρίξει, αυτό είναι σίγουρο! Κατηγορούμενη η Θανασούλα είναι κι όχι εσύ που ήσουν υπόδειγμα καλής συζύγου! Άστη να λυσσάει και πρόσεχε να μη κάνει καμιά σκηνή η μάνα σου στο δικαστήριο, δε μας συμφέρει!
- Της είπα να μην έρθει αλλά δεν αλλάζει γνώμη. Με σέρνουνε στα δικαστήρια λέει κι αυτή θα κάθεται στο σπίτι; Φοβούμαι και τη νενέ μου μη πάθει τίποτα από τη στεναχώρια της, δε θέλει να πιστέψει πως ο γάμος μας χάλασε...
- Με τον καιρό δεν ξέρεις πως έρχονται τα πράγματα... Να γίνει ό,τι είναι καλύτερο για σένα και τα παιδιά...
Άξιος και ικανός ο δικηγόρος που της σύστησε η Ασπασία, έβγαλε πολλές φορές την Αννίκα από τη δύσκολη θέση της. Η άλλη πλευρά έχοντας το ατού της συζύγου και μητέρας που εγκατέλειψε τη συζυγική στέγη, χρησιμοποίησε κι ένα σωρό ακόμα κατηγορίες σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα της γιαγιάς.
Χαμός έγινε όταν η Λούλα άκουσε να λένε ότι η κόρη της ήταν ξελογιασμένη κι ανίκανη να αναθρέψει τα παιδιά της...