.

.
.

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

Το προξενιό με τις τιτίζες


- Ακούς εκεί να θέλει τη Μερόπη ο μπάρμπας! Επήρε τόσο μεγάλη γυναίκα, πάει σχωρέθηκε, να σιάξει τη ζωή του, δε λέω... Αμά να σκεφτεί κοπέλα που δεν τριαντάρισε ακόμα; Μπα που κακός χρόνος να μην τον εύρη το σερσέμη!
Η Μαρίκα γελούσε μπροστά στο μεγάλο καθρέφτη. Γύριζε δεξιά κι αριστερά το κεφάλι φορώντας το καπελάκι και καμαρωνόταν. 
- Με το ζόρι τα γέλια μου ηκρατούσα! Πολύ αστείο μ' ηφάνηκε αυτό το πράμα συμπεθέρα!
- Ο ανιψιός του μας κόφτει κι αυτός το χαβά του!
- Φαντάζεσαι να λέγει την Καλλίτσα μαμά; Χα χα χα!
- Που είναι και πιο μικρή του καμιά δεκαριά χρόνια! Χα χα χα!
Ξεκαρδισμένες οι συμπεθέρες έφυγαν για τα μαγαζιά. Συμπλήρωνε η Μαρίκα τα προικιά της κόρης της και βγήκαν για τα νυφικά στρωσίδια. Αγορασμένα από τον τόπο τους, μεταξωτά, φορτωμένα δαντέλες.
- Αυτό την άρεσε με είπε! Ηρώτηξε και τον Ιάκωβο και την είπε που δεν ηξεύρει από τέτοια πράματα...
- Κανένας άντρας δεν έχει ιδέα απ' αυτά συμπεθέρα μου... Εσείς θα κάμετε όπως νομίζετε μαμά και κόρη κι αφήστε το γιο μου, τη γυναίκα του όπως αρέσουνε! 
Μια ψηλή κυρία με στριφνό ύφος μπήκε στο μαγαζί. Βλέποντας τη Μαρίκα πλησίασε αγέλαστη.
- Ουρανία μου! Πολύ χαίρομαι που σ' ηβλέπω! Να σε συστήσω τη συμπεθέρα μου Σουλτάνα, είναι η πεθερά τση Αγλαΐας μου!
- Α! Η Πολίτισσα, ε;
Την κοίταξε από το κεφάλι ως τα πόδια πριν της δώσει το χέρι. Η Σουλτάνα την είχε ήδη αντιπαθήσει με την πρώτη ματιά.
- Ούλα καλά; Η αδερφή σου, ο γαμπρός σου;
- Καλά, καλά είναι...
- Ο ανεψός σου; Κάνα ευχάριστο έχετε;
- Όχι ακόμα... Και πού να εύρης κοπέλα τση προκοπής, πράμα εύκολο δεν είναι... Είπα τση μαμάς του καλύτερα να μνήσκει μόνος παρά να τον ημπλέξει καμιά που δεν είναι τση σειράς του... Να ιδείς προυκιά που τον ημάζωξε τόσα χρόνια, μήτε κόρη να ήτουνε! Παράδες στη μπάνκα, ρουχισμό, ασημικά, σερβίτσα, πράματα και θάματα! Τώρα ημπλέκει μπιμπίλες για τσι κουβέρτες με τη χρυσή κλωστή, τα μάτια τση ήβγαλε! 
Η Μαρίκα κοίταξε τη Σουλτάνα με νόημα.
- Και για τσι κοπέλες Ουρανίτσα μου δύσκολες είναι οι καλές τύχες... Αυτά ήλεγε τσι προάλλες κι η Αρσινόη, τση Καλλίτσας η αδερφή, που έχουνε το μεγάλο μαγαζί, ηξεύρεις... 
- Ναι, πως... Λεύτερη είναι ακόμα η κόρη τση;
- Κι οι δυο ξαδερφάδες... Και να ιδείς καλές κόρες, νοικοκιουρούδες, με σπίτια και παράδες με ουρά! Τση Ευγενίας ο μπαμπάς δεν τσ' ήφηκε έτσι, μεγάλη περιουσία είχενε! Και το μαγαζί βγάζει και τα μπαούλα γιομάτα έχει... 
- Ναι, ε; Και πως δεν ηπαντρεύτηκαν ακόμα;
- Αμ, δεν είναι στα σοκάκια ούλη μέρα! Του σπιτιού κοπέλες, ούλες τσι δουλειές αυτές ηκάμανε από μικρές που οι μαμάδες τως λείπουνε στο μαγαζί. Και να τα μαγειρέματα και να η λάτρα, αστράφτουνε! Κι ένα περίπατο άμα βγούνε, νωρίς νωρίς μέσα ημαζεύουντε... Και με τα μάτια κάτω, δεν είναι σαν κι αυτές που κορτάρουνε... 
- Πού τέτοιες κοπέλες Μαρίκα μου; Χαίρουμαι που τ' ακούω... 
- Να έρτεις απ' το σπίτι να πιούμε ένα καφέ Ουρανία μου! Και αύριο θα είμαστε όξω ούλη μέρα για τα ψούνια, αμά θα σε περιμένουμε!
Η Σουλτάνα χαμογέλασε ευγενικά κι όταν βγήκαν από το μαγαζί έβαλε τα γέλια.
- Για πες με συμπεθέρα! Καλός ο ανεψιός για την Ευγενία;

Η Ζαχαρούλα έστιψε το τρίτο πορτοκάλι και καθάρισε το νεροχύτη.
- Αχιλλέα! Έλα αγόρι μου να φας το πρωινό σου!
Αγουροξυπνημένος ο γιος της ήπιε με δυο γουλιές την πορτοκαλάδα κι έφαγε με βουλιμία τις φέτες του φρέσκου ψωμιού με το βούτυρο και το μυρωδάτο μέλι. Η μάνα στεκόταν όρθια όπως πάντα για να μαζέψει το ποτήρι και το πιάτο. Ο άντρας της είχε καημό να τη δει έστω και μια φορά να καθίσει και να πιει μαζί του καφέ.
- Έλα, κάτσε να ειπούμε και δυο κουβέντες, θα κρυώσει, ζεστός πίνεται!
- Δεν ημπορώ, σφουγγαρίζω τώρα!
- Άστα και τα κάμεις μετά που θα φύγω!
- Οι δουλειές δεν ημπορούν να περιμένουνε!
Μανιακή με την καθαριότητα, ξυπνούσε πριν ξημερώσει κι έφερνε τα πάνω κάτω κάθε μέρα! Τραβούσε τα έπιπλα, σκαρφάλωνε με βρεγμένα πανιά στα ντουλάπια, σκούπιζε, σφουγγάριζε, σήκωνε τραπεζομάντιλα και τσεβρέδες, εκεί που δεν προλάβαινε να σταθεί ούτε κόκκος σκόνης, έτριβε τις πόρτες για να μην έχουν δαχτυλιές, γυάλιζε τα πόμολα, άνοιγε ντουλάπες και συρτάρια για να αεριστούν... Αν υπήρχε τρόπος να αποφύγει το μαγείρεμα θα ήταν το καλύτερό της για να μη βλέπει λερωμένα τεντζερέδια, αλλά ήταν άφθαστη στα φαγητά και τα γλυκά που ευχαριστούσαν το μοναχογιό της.
Η Ουρανία έβγαλε τα παπούτσια της στην εξώπορτα και μπήκε στο σπίτι της αδερφής της με τις κάλτσες. Φοβόταν ακόμα και το χέρι της ν' ακουμπήσει στο τραπέζι για να μη τσαλακωθεί το σεμεδάκι. Παράξενη κι αυτή με την καθαριότητα, σηκωνόταν την ίδια ώρα κι έκανε τις ίδιες δουλειές, αλλά άνοιγε το σπίτι της και δεχόταν κάποιες γειτόνισσες για να πιουν καφεδάκι. Η Ζαχαρούλα απέφευγε τον κόσμο για να μη της λερώσουν το αποστειρωμένο σπίτι... 
Πατέρας και γιος έφυγαν για τις δουλειές τους κι οι αδερφές έμειναν μόνες. Η Ουρανία περίμενε με ανυπομονησία να της μιλήσει. 
- Πού ήσουνα χτες; Ήρτα και δεν ήτο κανένας εδώ!
- Στης κουνιάδας μου, μήνυσε με τον αδερφό τση που ήθελε να την ανοίξω φύλλα για μπακλαβούδες που πονεί το χέρι τση... 
- Καλά... Ήθελα να σ' ειπώ πράματα σοβαρά για την τύχη του γιου μας!
- Να ψήσω καφέ!
- Είδα τη Μαρίκα με τη συμπεθέρα τση, ψούνιζε για το γάμο... 
- Μπα; 
- Ηξεύρεις που θα στεφανωθεί η Αγλαΐα, ε;
- Ναι μπρε! Αρχιτέκτων δεν είναι ο γαμπρός;
- Ναι, ναι... Τύχη καλή τσ' ήλαχε! Για το γιο σου ηπιάσαμε κουβέντα, που δεν έχει στεφανωθεί ακόμα και τι ήμαθα λες; Οι κόρες των αδερφάδων που έχουνε το μαγαζί που ψουνίζουμε, είναι λεύτερες ακόμα! Μόρφωση έχουνε, προυκισμένες πολύ είναι, φρόνιμες και τίμιες! Η μικρή, τση Αρσινόης η κόρη, δε θα ταίριαζε τον εδικό μας;
- Πού να ξεύρω; Έχω να τσ' ιδώ από μια στάλα παιδάκια... Άσκημες είναι, έμορφες είναι, δεν ηγνωρίζω τα μούτρα τως... Αμ, θα είναι και κομμάτι μεγάλες, δεν είναι;
- Κάτω απ' τα τριάντα... Έχουνε φρονιμάδα και δεν ηγυρίζουνε, πολύ μαζωμένες είναι! Εδώ που τα λέμε κι ο γιος σου μωρό δεν είναι, ήπιασε τα τριανταπέντε, καλά τον πέφτει η Ευγενία, η μικρή... 
- Να το ιδούμε το πράμα, τίποτις δε χάνουμε... 



Σουλτάνα και Μαρίκα έπιασαν τα πόστα στο μαγαζί.
- Καλή τύχη ο γιος τση Ζαχαρούλας! Μοναχογιός, λεβέντης, με δουλειά καλή που βγάνει πολλοί παράδες, προικισμένος... 
Η Καλλίτσα έκανε τάχα πως διόρθωνε το μπορ σ' ένα καπέλο και δάγκωνε το κάτω χείλος της. Η Μερόπη της ήταν μεγαλύτερη και θα έπρεπε να παντρευτεί πρώτη, αλλά δε μπορούσε να εμποδίσει την τύχη της ανιψιάς της. Η Αρσινόη χάρηκε για το αναπάντεχο προξενιό αλλά είχε τις αμφιβολίες της.
- Ούλα ωραία καλά, θα την αρέσει όμως την κόρη μου που είναι δύσκολη να πει το ναι; 
Η Σουλτάνα ανέλαβε τα υπόλοιπα.
- Πρώτα θα τον διούμε και θα τη μιλήσω, έγνοια σου!
Ένα πέρασμα από τη δουλειά του και θα είχαν μια εικόνα για το γαμπρό. Συνηθισμένα πράγματα! 
- Ευγενία, ντύσου ωραία και στολίσου κοκόνα μου, θα πάμε για γλυκό στο ζαχαροπλαστείο! Είναι κοντά στη δουλειά του, θα μας τόνε δείξει η συμπεθέρα μου! Θα με πεις άμα τον αρέσεις έτσι με την πρώτη ματιά κι άστο απάνω μας μετά!
Η Μαρίκα της έκανε νόημα κρυφά, όπως είχαν συμφωνήσει.
- Πω πω πω! Διείτε έναν ασίκη! Μπρε, τι ζουλεμένο παλικάρι είναι τούτο! Να τον έμοιαζε κομμάτι κι ο Αχιλλέας, τυχερή θα ήσουνα...
Η Ευγενία τον κοίταξε και κάτι σαν θαυμασμός φάνηκε στα μάτια της. Ψηλός, μελαχρινός, με ωραία χαρακτηριστικά, της άρεσε.
Η Μαρίκα που σκόπιμα έψαχνε το μαντίλι στην τσάντα της, σήκωσε τα μάτια τάχα ξαφνιασμένη.
- Αυτός είναι! 
Η καρδιά της κοπέλας φτερούγισε. Η Σουλτάνα χτύπησε τα χέρια χαρούμενη για τη "σύμπτωση" κι άρχισε να κάνει σχέδια και πλάνα.
- Ναι, αλλά μπορεί και να μη ταιριάζουμε, έτσι με μια ματιά;
- Σους μπρε! Άκου δεν ταιριάζετε! Μπρε βουρ στο γαμπρό μη μας τόνε βουτήξει καμιά άλλη κι αυτόνε! 
Η Αρσινόη δάκρυσε από χαρά όταν της είπαν τα νέα. 
- Άιντε, θα βάλουμε μπρος το προξενιό με την άδεια της κόρης σου αυτή τη φορά! Γιορτάρες ημέρες έρχουντε σε λίγο, να είναι πιο χαρούμενες! Και να διεις πόσο καλά θα μπει ο νέος χρόνος, με του γαμπρού το ποδαρικό!
- Μακάρι Σουλτάνα μου, μακάρι... 

Η Ουρανία έβγαλε τα μπικουτί και σκούπισε προσεκτικά μη τυχόν κι είχε πέσει καμιά τρίχα στο πάτωμα. Σφουγγάρισε ξανά, πήρε το κουτάκι με τα σιροπιαστά γλυκά κι έφυγε για το σπίτι της Μαρίκας. 
- Καλώς τη! Με τη συμπεθέρα μου πίνουμε καφέ, πέρασε!
Η ξινίλα της είχε υποχωρήσει κι ήταν όλο χαρές και γέλιο. Η νύφη άξιζε στον ανιψιό της κι έπρεπε να τις έχει από κοντά, ίσα που προλάβαιναν πριν φύγουν στην ξενιτιά. 
- Είπα να αφήκω κομμάτι τσι δουλειές και να σας ιδώ...
- Πολύ καλά ήκαμες! Δεν τελεύει η λάτρα ποτές...
- Ε, ναι... Η αδερφή μου να τ' ακούει που ηβρουλίζεται ούλη τη μέρα και θ' αφήκει τα ψούνια τελευταία στιγμή... Με ήλεγε που θέλει χάντρες για τσι δέστρες τση κουρτίνας στην κάμαρη και να πάμε να ιδούμε και τσ' είπα να πάμε αύριο... Πότε να τσ' ηδιαλέξουμε, πότε να τσι ράψει, άμα ηπιάσουμε τα τζυμώματα που θέλει μετά δυο μέρες να σιάξει πάλι την κουζίνα;
- Έχουνε μπόλικη δουλειά, βέβαια... Γλυκά και ραψίματα μαζί να σιάξει δεν ημπορεί...
- Και θα τσ' αρέσει κάτι, για θα τρέχουμε σ' ούλη την πόλη; 
- Ήφεραν πολύ ωραία πράματα η αλήθεια, να ιδείς νταντέλες, να ιδείς γουνάκια, φιόγκοι, ούλα ένα κι ένα είναι! Άμα πάτε στσις αδερφάδες, αλλού δε θα σας αρέσει τίποτις! 
- Χρόνια και χρόνια, από τότες που ήνοιξαν το μαγαζί τσ' ηξεύρουμε κι ένα σωρό πράματα ψουνίζουμε... Αλήθεια, τι κάμνει η κοπέλα τση Αρσινόης, την είδατε καθόλου; Να σας ειπώ, μίλησα την αδερφή μου και πολύ τσ' ήρεσε η ιδέα σας...
- Να διείτε κι η κοπέλα πόσο θα σας αρέσει! Μακάρι να είχα ένα γιο ακόμα, να την έκαμα κι αυτή νύφη μου! Θαρρώ που αυτές τις μέρες πάει στο μαγαζί και βοηθάει, με την ξαδέρφη της μαζί, ε συμπεθέρα;
- Ναι, ναι! Θα τσ' ιδείτε στο μαγαζί!

Η Ζαχαρούλα σταύρωσε το γιο της και τον ξεπροβόδισε. Η Ουρανία είχε ήδη πιάσει την καρέκλα κι έπινε καφέ.
- Μύδια με το ρύζι είπα να ψήσω, έτοιμα τα έχω! Απ' τσι τέσσερις τα καθάρισα, τα ήπλυνα και τα ήβαλα στον αχνό... Κρομμύδι, σκορδάκι και μαϊντανός, είναι κομμένα. Να τα φοβερίσω κομμάτι με το λαδάκι, να είναι έτοιμα για το μεσημέρι!
Έριξε το ψιλοκομμένο κρεμμύδι στο καυτό λάδι κι όταν γυάλισε πήραν σειρά τα μύδια.
Με την κουτάλα τ' ανακάτευε απαλά και προσεκτικά για να μη λιώσουν κι ακολούθησαν δυο λιωμένες σκελίδες σκόρδο κι ο μαϊντανός. 
Αλάτι και μπόλικο μαύρο πιπέρι λίγο πριν ρίξει το χυμό ντομάτας κι αφού πήραν λίγες βράσεις ακόμα έσβησε τη φωτιά.
Το καθαρισμένο ρυζάκι πλύθηκε κι έμεινε στο σουρωτήρι σκεπασμένο. Θα το τσιγάριζε ελαφρά πριν το ρίξει στα μύδια για να μη λασπώσει. Ήταν το τελευταίο που άφησε να κάνει όταν επέστρεφαν.
- Άμα μας αρέσει η κοπέλα, να ειπώ το γιο μου να περάσει απέ κει, τάχα ότι κάτι ξέχασα να πάρω... 
Η Ουρανία συμφώνησε. Σε μια ώρα διάλεγαν στολίδια για ρούχα και κουρτίνες, όμως η Ευγενία δεν ήταν εκεί.
- Μονάχη σου έρχεσαι Μερόπη; Η ξαδέρφη σου πού είναι, κοιμάται ακόμα γιαβρί μου;
- Όχι κυρία Ζαχαρούλα, μαγειρεύει και θα έρθει πιο μετά...
- Α! Είπα, γιατί κοντεύει πια μεσημέρι κοκόνα μου!
- Τι μεσημέρι, η ώρα εννιά είναι!
- Για τσι τεμπέλες, νωρίς είναι...
- Ε... Για μας που κάμουμε πολύ πρωί τσι δουλειές μας είναι αργά...
Καλλίτσα και Αρσινόη κοιτάχτηκαν με νόημα.
Η Σουλτάνα έσφιξε τη ζώνη στο βελούδινο μπορντό φόρεμα της Ευγενίας κι έστρωσε τις μπουκλίτσες γύρω απ' το χαριτωμένο της πρόσωπο. Το καφέ παλτό με τον ωραίο σκούρο γιακά και το κασκόλ συμπλήρωναν τη σικάτη της εμφάνιση.
- Γκιουζέλα μου εσύ! Άιντε μπρε, καλή επιτυχία να έχουμε! 

Η καρδιά της Αρσινόης χτυπούσε δυνατά από την αγωνία.
<<Θα τους αρέσει η κόρη μου έτσι τιτίζες* που είναι κι οι δυο; Κι αν γίνει, μπας και τση βγάλουνε την ψυχή με την παραξενιά τσους; Καλά που έχομε το σπίτι και δε θα είναι κοντά...>> 
Η Ευγενία τις καλημέρισε ευγενικά. Υποτίθεται ότι δεν ήξερε τίποτα.
- Καλώς τη, καλημέρα! Μαύρα μάτια εκάμαμε για να σ' ιδούμε! Μικρούλα τόση δα σ' εθυμούμαστε που ήπαιζες με τσι κούκλες στο σκαλάκι κι ηγίνηκες κοτζάμ γυναίκα! 
Έγιναν οι συστάσεις κι ένιωσε άβολα με τα μάτια τους καρφωμένα πάνω της να την περιεργάζονται. Δεν την άφησαν στιγμή, ακόμα κι όταν έβγαλε το παλτό της. Από το κεφάλι ως τα πόδια και ξανά, δεν άφησαν σημείο του κορμιού της που να μην ελέγξουν. Η Ζαχαρούλα της είπε ότι το φόρεμά της ήταν πολύ ωραίο και το σήκωσε τάχα για να δει το στρίφωμα. Η Ουρανία χαμογέλασε βλέποντας τα καλοφτιαγμένα λεπτά της πόδια που έντυναν οι λεπτές κάλτσες.
- Ευγενία, έλα να βγάλουμε και τις χρυσές χάντρες να δουν οι κυρίες!
Ήταν η Μερόπη που είχε αρχίσει να εκνευρίζεται. 
<<Σαν το ζώο στο παζάρι την κοιτάζουν... Αν είναι έτσι, ποτέ μου μη σώσω να παντρευτώ!>>
Με πρόφαση τα πολλά ψώνια που ήθελαν να κάνουν, άφησαν τη μεγάλη τσάντα στο μαγαζί.
- Μη την ηκουβαλούμε στις δρόμοι... Θα περάσω το απόγιομα ή θα στείλω το γιο μου να τήνε πάρει άμα σκολάσει αφ΄τη δουλειά.
Έφυγαν κι οι τέσσερις γυναίκες ανάσαναν με ανακούφιση. 
- Θεία, να τους φέρω την κούτα στην κεφάλα με ήρθε! Πολύ αδιάκριτες είναι! Πα πα πα!
- Σώπα παιδάκι μου, έτσι ούλες οι πεθερές κάμνουν... 
- Μα κι αυτή η θειά του δεν πάει πίσω! Ίδιες είναι! 
- Ευγενίτσα μου μη σεκλετίζεσαι, πολύ ωραία και καλή εντύπωση τσ' ήκαμες και σ' ήτρωγαν με τα μάτια!
- Καλέ θεία, μεσημέρι να πει η ώρα εννιά το πρωί; Πότε κοιμούνται, πότε ξυπνάνε αυτές οι γυναίκες;
- Έτσι είναι μια ζωή που τσ' ηξεύρουμε... Η Ουρανία έμεινε ανύπαντρη, ηντάντευε τον ανεψιό τση κι ησηκωνούτανε αφ' τσι νύχτες για να τόνε κανακεύει... Και στσι πλύσες του και στο γάλα του, σε ούλα του... Κλειδί την ήδωκε η Ζαχαρούλα κι ήμπαινε αξημέρωτα όσο εκείνη ήτο λεχούσα και δεν ήπρεπε να κουράζεται... Είχε χάσει και δυο παιδιά πιο μπροστά, στον τρίτο μήνα κι ήτρεμαν να το στεριώσει και να μη κακοπάθει για να κάμει κι άλλα. Σαράντα ημέρες το δάχτυλο στο νερό δεν ήβαλε, η αδερφή τση τα πάντα ήκαμε. Μετά ήπαθε βαρύ κρύωμα, έτσι είπανε, δεν ηξεύρουμε ακριβώς κι ήτουνε πάρα πολύ καιρό στο νοσοκομείο. Κάποια είπε τση Μαρίκας ότι άλλο πράμα είχενε και παιδιά δεν ημπορούσε πια να κάμει... Γυναικολογικά δηλαδή... Ο Αχιλλέας σαν τον πασά μεγάλωσε, ούλοι στα όπα όπα τον είχανε κι η Ουρανία θα τον ηδώκει την περιουσία τση! Και το σπίτι και κάτι χτήματα που έχει, χώρια παράδες που ημάζωξε τόσα χρόνια από τα νοίκια! Εύπορη πολύ είναι! 
Η Καλλίτσα κούνησε το κεφάλι προβληματισμένη.
- Περνάει ο λόγος τση κορίτσια... Άμα είναι κάτι που δεν την αρέσει, δεν ηγίνεται τίποτα!
- Πηγαίνετε τώρα στις συμπεθέρες να πείτε τα νέα, την έγνοια έχουνε!

Η Σουλτάνα πασάλειβε το πρόσωπο και το λαιμό της Μαρίκας με μια πηχτή μυρωδάτη κρέμα.
Μέλι, γάλα, λίγη κανέλα και μια ιδέα βούτυρο γάλακτος.
- Μισή ωρίτσα θα μείκει και θα διεις μετά ωραίο δερματάκι! Να βάλω κι εγώ τώρα, με φτάνει, σαν τις λεκουμάδες θα μυρίζει η μούρη μας!
Άπλωνε στο στρογγυλό της πρόσωπο την πομάδα με ευλάβεια και σχολίαζε το προξενιό.
- Πάντως μπρε συμπεθέρα, λεβέντης είναι ο Αχιλλέας, την ταιριάζει την Ευγενία και στα χρόνια αμά και στην εμφάνιση! Η θεία του να σε πω, στο λαιμό με κάθεται, μοιάζει κομμάτι την κουνιάδα μου τη Λαμπρινή στη γρουσουζιά και την αναποδιά... Η μαμά του με λες που είναι πιο γελαστή γυναίκα κι αυτό είναι μια παρηγοριά... Λέω που θα τους άρεσε η νύφη πάντως, θεωρητικιά είναι, καλή είναι, θα βρίσκανε ανώτερη; 
Με τα μάτια σκεπασμένα από δυο μεγάλα βαμβάκια βουτηγμένα στο τσάι, η Μαρίκα χαλάρωνε στον καναπέ αλλά το μυαλό της δούλευε πυρετωδώς. Το είχαν πάρει κι οι δυο σχεδόν πάνω τους το θέμα.
- Ας γίνει με το καλό... Μαζί τους δε θα ζήσει, έχει το σπίτι τση κι εκεί θα είναι αρχόντισσα...
- Μακάρι... Να πάρει σειρά κι η Μερόπη, η ψυχή μου λυπήθηκε την έρμη τη μάνα της...
- Να σ' ειπώ κάτι; Θαρρώ που την αρέσει ο ανεψιός του Ζήση και δεν έχει πει τίποτις σε κανένα... Την είδα πως ηγυάλισε το μάτι τση άμα τον ημελέτησαν... 
- Λες; Άμα είναι έτσι το πράμα, μπορεί και να την αφήκει τη λωλή αφού δεν τη θέλει η φαμίλια του, πού ξεύρεις;
Άιντε να ξεμπλέξει τώρα αυτός... Τόνε κάμει τσαλίμια και σκέδια, πολύ δε θέλει, δεν καταλαβαίνεις; Με πόσοι άντροι έχει πάει ποιος ηξεύρει... Όχι σαν κι εμάς που ένα αρσενικό γνωρίσαμε στη ζωή μας κι αυτό μετά το στεφάνωμα! 
- Χμμμ... Άμα το έχει στο πετσί της, σιγά μη τόνε καθίσει φρόνιμα... Έτσι και την κολλήσει κάνας ασίκης, θα το κάμει το ψυχικό...
- Τι να σ' ειπώ, δεν ηξεύρω...
- Ξεύρω όμως εγώ συμπεθέρα μου! Έτσι και μάθει που ο μπαμπάς του δε θα τόνε δώκει άλλοι παράδες, θαρρώ που θα χλιάνει το πράμα... Κι άμα την πέσει από δίπλα κάνας άλλος και πάρει χαμπάρι ο σερσέμης θα γενούνε μαλλιά κουβάρια... Εκεί απάνω τόνε ρίχνουμε τη Μερόπη σιαγμένη και στολισμένη και σε λέω εγώ μετά!
- Βάι βάι βάι! Ποιος θα τα κάμει ούλα ετούτα που λέγεις;
- Εγώ συμπεθέρα μου, ποιος άλλος; 
- Τι να σ' ειπώ... 
- Τίποτις! Θα το πάρω απάνω μου, σάματις θα με ξαναδιούνε;
- Ε, όχι...
- Γι αυτό σε λέγω που έχω βρει την άκρη! Βουρ και στον άλλο γαμπρό!






Τιτίζες - Σχολαστικές 















Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

3ος ΡΑΔΙΟΜΑΡΑΘΩΝΙΟΣ για τα ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΩΡΙΑ SOS @ SpIrto Web Radio...!!!

3ος ΡΑΔΙΟΜΑΡΑΘΩΝΙΟΣ για τα ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΩΡΙΑ SOS @ SpIrto Web Radio...!!!



ΣΑΒΒΑΤΟ 20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2014 από τις 11 το πρωί και...όσο πάει...!!! 


Ξαναβάλαμε στοίχημα για 3η χρονιά να χαρίσουμε όσα περισσότερα χαμόγελα μπορούμε,φέτος,στα ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΩΡΙΑ ΣΟΣ...

Πώς...???

Μένοντας στον αέρα όσες περισσότερες ώρες εσείς μας επιτρέψετε...!!!

Με ποιο τρόπο...???

'Ετσι:

Με μαραθώνια εκπομπή από την ιντερνετική μας συχνότητα,

καλούμε όλους τους φίλους bloggers,αναγνώστες,ακροατές,περαστικούς,λυτούς και δεμένους,να αρχίσουν από το πρωί πρωί του Σαββάτου 20 Δεκεμβρίου 2014 
να στέλνουν SMS και να τηλεφωνούν στα τηλέφωνα που φαίνονται στην φωτογραφία...

( οι χρεώσεις,οι οποίες περιλαμβάνουν και ΦΠΑ, επίσης φαίνονται στην φωτογραφία )



Καλούμε επίσης όσους φίλους θέλουν να έρθουν να πιούμε τον καφέ μας,

ο,τι ώρα θέλουν - και το κατιτίς μας θα έχουμε,ξέρετε τι γίνεται όταν αποφασίζουμε εμείς να συναντηθούμε ε...??? - εδώ στα στούντιο του σταθμού 
και να καθίσετε μαζί μας όση ώρα εσείς θέλετε...

Και μη νομίζετε οτι θα λουφάρετε...!!!

Θα καθίσετε δίπλα μας όσοι θέλετε,στα μικρόφωνα του σταθμού μας,
να μας πείτε και μερικά π.χ. για τον καιρό,για το μπλογκ σας,για τις πεταλούδες της Αφρικής,πώς φτιάχνει η μαμά σας τα γιαπράκια και άλλα χρήσιμα και ενδιαφέροντα...

Δεν τελειώσαμε όμως εδώ... 

Αποφασίσαμε,εκτός από SMS,τηλεφωνήματα ή οποιαδήποτε άλλη προσφορά,
να φτιάξουμε και ένα...Χριστουγεννιάτικο δέντρο...!!! 
Σιγά τη πρωτοτυπία θα μου πείτε Χριστουγεννιάτικα... 
Θα σας πω ότι την πατήσατε... 
Δέντρο θα φτιάξουμε,αλλά... από κουτιά γάλα...!!!



Έξω από τα στούντιο του σταθμού,θα αρχίσουμε να στήνουμε και πάλι 

ένα δέντρο με κουτιά από γάλα,τα οποία μπορεί να φέρνει - όσα θέλει και όποιος θέλει
 από τους φίλους που θα μας επισκεφθούν...
και ένα κουτί είναι θησαυρός όταν ένα παιδί το χρειάζεται...!!!

( αν υποψιαστώ ότι δε θα κάνουμε δέντρο τεράστιο 

τόσοι νοματαίοι Spirta,θα τραβήξω τις κοτσίδες μου )

Ελάτε να μας γνωρίσετε όσοι δεν μας ξέρετε

να σας γνωρίσουμε κι εμείς όσους δεν σας ξέρουμε 
να πιούμε καφέ - και όχι μόνο ;) 
 να διασκεδάσουμε σε αυτή τη γιορτή για το ΠΑΙΔΙ...!!! 
Πριν ή μετά τα Σαββατιάτικα ψώνια,μη ξεχάσετε ότι 
ένα παιδί μας περιμένει να του χαρίσουμε χαμόγελα... 
Για να γίνουν όμως όλα αυτά,χρειάζεται και η δική σας βοήθεια,
να γίνει γνωστός ο Ραδιομαραθώνιος,ο σκοπός του και τα μέσα 
που μπορεί κάποιος να βοηθήσει...

Πάρτε το μπαννεράκι του Ραδιομαραθωνίου του SpIrto Web Radio

 ( η πρώτη εικόνα επάνω επάνω στην ανάρτηση )
 και βάλτε το με ενεργό link 
 https://www.facebook.com/events/1649644141929169/ 
στο μπλογκ,στην ιστοσελίδα,στο προφίλ σας στο Facebook...
 Καλέστε με τη σειρά σας τους φίλους σας να συμμετάσχουν
διαδίδοντας το δικό μας " παιχνίδι "... 



Ενημερώστε με σχόλιο ή με e-mail στο info@spirtowebradio.com 

( με την ένδειξη ΡΑΔΙΟΜΑΡΑΘΩΝΙΟΣ 2014 ) 
ότι φιλοξενείτε το bunner 
και είστε χορηγοί επικοινωνίας της εκδήλωσης ,για να σας προσθέτουμε σταδιακά στους Χορηγούς
που θα αναρτώνται στη επίσημη ιστοσελίδα μας
www.spirtowebradio.com


Πολλά παιδιά χρειάζονται πολλούς φίλους.
Φίλους που θα ενδιαφερθούν για την ανάπτυξη, την ασφάλεια
και την ελπίδα αυτών των παιδιών για ένα καλύτερο αύριο.
Φίλους που με την μικρή ή μεγάλη συνδρομή τους θα βοηθήσουν
να βρουν αυτά τα παιδιά μια νέα αγκαλιά αγάπης και μία νέα οικογένεια
 στα Παιδικά Χωριά SOS Ελλάδος.
Εάν το έργο των Παιδικών Χωριών SOS Ελλάδος σας ενδιαφέρει
και θέλετε να βοηθήσετε τα Ελληνόπουλα που είχαν την ατυχία
να στερηθούν τη στοργή των φυσικών τους γονιών αλλά και να ενισχύσετε
την ανάπτυξη των προγραμμάτων μας, μπορείτε να κάνετε τις δωρεές σας
 με τους εξής τρόπους:

Κατάθεση σε λογαριασμούς στις παρακάτω Τράπεζες:

ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ: IBAN GR 69 0110 1040 0000 1044 8022 763 
ALPHA BANK: IBAN GR 03 0140 1010 1010 0210 1161 787 
EUROBANK-ERGASIAS:IBAN:GR 55 0260 2010 0009 1010 0991 765 
ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: IBAN:GR 40 0172 0260 0050 2602 0155 199
ALPHA BANK: IBAN GR65 0140 8460 8460 0200 2000 170
MARFIN BANK: IBAN GR 19 0280 2650 0000 0024 1721 425
HSBC: IBAN GR 76 0710 0400 0000 4004 4448 146
Παρακαλούμε μετά από την κατάθεση της δωρεάς σας στην Τράπεζα για να σας αποστείλουμε την απόδειξη δωρεάς, να μας τηλεφωνείτε στα: 210-3313661-3 και 2310-226644.

Χρέωση πιστωτικής κάρτας

Χρέωση της πιστωτικής σας κάρτας VISA, MASTERCARD, AMERICAN EXPRESS
τηλεφωνώντας στα: 210-3313661 και 2310-226644.

Ηλεκτρονική Τράπεζα 

Μπορείτε να πραγματοποιήσετε την εισφορά σας on line
από την ηλεκτρονική διεύθυνση www.winbank.gr
και μέσω της υπηρεσίας win for life χρεώνοντας την πιστωτική σας κάρτα
σε περιβάλλον πλήρους ασφάλειας.
Η εισφορά σας μπορεί να γίνει είτε ανώνυμα, είτε επώνυμα
οπότε και θα σας αποσταλεί η απόδειξη εισφοράς.

Με ένα κλικ την ώρα που κάνετε την κράτησή σας στην 

Μέσω εξαργυρώσεως πόντων των καρτών εκδόσεως Alpha Bank

Εξαργυρώστε τους πόντους που έχετε συλλέξει
από το Πρόγραμμα Επιβραβεύσεως της κάρτα σας.

Δωρεά on line

Δωρεά on line

Κάντε τη δωρεά σας μέσω:

του easypay της Τράπεζας Πειραιώς

του livepay της Eurobank EFG


Δείξτε την αγάπη σας έμπρακτα,εμείς είμαστε σίγουροι ότι θα είστε και πάλι δίπλα μας
και ΟΛΟΙ μαζί δίπλα τους...!!!


ΧΟΡΗΓΟΙ ΤΗΣ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ
( τα ονόματα των blogs,sites κλπ θα συμπληρώνονται σταδιακά,
μόλις μας ειδοποιήσετε οτι φιλοξενείτε στην σελίδα σας το bunner της εκδήλωσης )      






https://www.facebook.com/events/1649644141929169/



Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Γαμπρός για...σούπα



- Είπα τη συμπεθέρα μου που άμα γυρίσουμε απέ την Πόλη θέλω να περάσουμε μια να σας διούμε κι ήρταμε! 
- Και πολύ καλά εκάματε! Πέστε μας τα νέα σας, αρέσανε τα δώρα που τσ' επήρατε;
- Ναι, πάρα πολύ!
Οι καλοβαλμένες αδερφές, υποδέχθηκαν με μεγάλη χαρά τη Σουλτάνα και τη Μαρίκα στο μαγαζί που διατηρούσαν από χρόνια. Υφάσματα, ρούχα έτοιμα καλοραμμένα, καπέλα, τρέσες, χάντρες, βελούδινα λουλούδια, ο,τι επιθυμούσε μια κομψή κυρία το έβρισκε εκεί. Ένα γιο και μια κόρη είχε η μεγαλύτερη, που έκανε στενή παρέα με την πρώτη της εξαδέρφη. Δεν πρόλαβε να κάνει άλλο παιδί η μικρότερη, γιατί έχασε νωρίς τον άντρα της. Ευτυχώς που στεκόταν καλά οικονομικά και τους άφησε μπόλικους παράδες, έβγαζε κι από το μαγαζί και ζούσαν αξιοπρεπώς. 
Παράγγειλαν τσάι κι η κουβεντούλα άναψε. Έμαθαν τα νέα της γειτονιάς και χάρηκαν για το λογοδόσημο της κόρης του χασάπη.
- Καλή κοπέλα, νοικοκυρεμένη κι έμορφη! Άιντε μπρε και στων κοριτσιών σας!
Αναστέναξαν ταυτόχρονα οι δυο αδερφές.
- Απέ τον στόμα σου και στου Θεού τ' αυτί Σουλτάνα μου... Με τα μυαλά που κουβαλάνε τσι βλέπουμε στο ράφι...
- Σους! Τι πράματα είναι αυτά που με λέτε, μια χαρά κορίτσια είναι!
- Και τι να το κάμεις; Του κόσμου τσι τύχες έχουνε διώξει! Ο ένας έτσι κι ο άλλος αλλιώς και δεν τσ' αρέσει κανένας! Καλοί γαμπροί ούλοι που τσ' ηπροξενεύγανε, όχι του πεταμού! Κι εδώ που τα λέμε, δεν είναι και τίποτα μικρούλες, δυο χρόνια διαφορά έχουνε... Θα περάσουνε τα τριάντα κι άιντε να ιδούμε... 
Η Μαρίκα άφησε το τούλι που περιεργαζόταν και συμμερίστηκε τις μάνες. Δυο κόρες είχε κι ήξερε την αγωνία για την τύχη τους. 
- Μπας κι έχουνε βάλει άλλους στο μάτι;
- Μπα, όχι... Ούλη μέρα στολίζουντε κι ηβγαίνουνε στο σεργιάνι και μετά βάζουνε τα γέλια μ' αυτούς που τσ' ηπειράξανε... Μα ούλοι οι άντροι κουσουράτοι είναι; Οι άλλες κοπέλες πού τσ' ηβρίσκουνε και παντρεύουντε; 
Η Σουλτάνα κούνησε το κεφάλι φουρκισμένη.
- Πολύ τεμπελιάσανε η αλήθεια! Αμά τα σπιτικά τους χώρια θα τ' ανοίξουνε για! Άμα τον εύρη η μια, θα διείτε πως θα βιαστεί κι η άλλη! Αυτό το πράμα κολνάει σαν τη γρίπη! 
- Από λόγια δεν καταλαβαίνουνε! 
- Απέ τα δικά σας όχι βέβαια, τα δικά μου όμως; 

Η μεγάλη αδερφή έκανε πως ξαφνιάστηκε όταν είδε τη Σουλτάνα να της χτυπάει την πόρτα.
- Καλώς τη μου! Ίσια που προλαβαίνουμε να πιούμε καφέ, θα πάω στο μαγαζί σε λίγο!
Το γέλιο και τα χωρατά της ξεσήκωσαν τα κορίτσια που βγήκαν από το δωμάτιο κι έγιναν οι συστάσεις.
Η Μερόπη κι η Ευγενία, καλοκαμωμένες και κομψές, άκουγαν με προσοχή τη συνταγή για τη μαγική αλοιφή που έκανε το δέρμα απαλό σε γόνατα, αγκώνες και φτέρνες.
- Άμα τη σιάξετε, μπόλικη να είναι για να φτουρήσει! Κάθε μέρα πρέπει να βάζετε για να μη γένουνε σκληρά και σκάζουνε!
Ένα κιλό λάδι καλό
Δέκα μεγάλες κουταλιές βούτυρο κακάο
Πέντε κουταλάκια μελισσοκέρι 
Μια μικρή κουταλιά σόδα 
Ζεσταίνεις το λάδι με το μελισσοκέρι, αμά η φωτίτσα χαμηλή να είναι κι άμα λιώσει βάζεις το βούτυρο κακάο.
Αυτό αρχινάει να πήζει και τότενες ρίχνεις γιαβάς γιαβάς τη σόδα.
Άμα κρυώσει κομμάτι, θα το βάλεις σε βαζάκια που θα τα έχεις κάμει αποστείρωση καλή.
- Ξέρουμε, βρασμένα!
- Έτσι, σωστά τα λέτε! Θα σας έλεγα κι άλλα, αμά αφού η μαμά σου φεύγει Μερόπη μου, να παγαίνω κι εγώ...
Οι ξαδέρφες που κρέμονταν από τα χείλη της έβαλαν τις φωνές.
- Κάτσε κυρία Σουλτάνα μου εσύ, έλααααα! 
Η μητέρα έκανε το σταυρό της στο διπλανό δωμάτιο που ετοιμαζόταν.
<<Ευτυχώς που πάει καλά το πράμα!>>
Μπήκε στο σαλόνι γελαστή και συμφώνησε.
- Καλά σε λένε, κάτσε! Μόνο που δεν ηπρόλαβες να μου ειπείς τον καφέ, κρίμας...
- Λες και το φλιτζάνι; Ευγενία πάω να ψήσω και για μας! Θα μας το πεις, ε; Δε σ' αφήνουμε να φύγεις! 
Η Σουλτάνα χαμογέλασε και τις χτύπησε χαϊδευτικά στα πόδια.
<<Όχι που θα με γλιτώνατε απτάλες!>> 
Τα κατακάθια στέγνωναν και  περίμεναν να πουν τα μελλούμενα όσο η συζήτηση περιστρεφόταν στα αρσενικά.
- 'Ετσι που λέτε τόνε πήρε το μορφονιό η γειτόνισσά μου στην Πόλη! Σορόπι της κανέλας τόνε πότισε και γλύκανε ο στόμας του! Απέ κει που είχε την υπόθεση χαμένη, ούλα επήγανε καλά! Ο άντρας θέλει τα μεζεκλίκια και το κρασί, να ευχαριστηθεί και να χορτάσει το μάτι αμά και το στομάχι του, θέλει όμως και τα σερμπέτια, να στάζει η γλύκα μέσα του για! 
- Μερόπη, φέρε μολύβι και χαρτί να γράψουμε!
Τέσσερα φλιτζάνια ζάχαρη
Δυο φλιτζάνια νερό
Τρία μασούρια κανέλα
Έξι μοσχοκάρφια
- Τα βράζεις ίσα με να γένει ωραίο σοροπάκι, πηχτούτσικο. Άμα κρυώσει ρίχτο στα μπουκάλια και να τα κλείσεις καλά. Προσοχή μόνο, μη και βάλετε πιο πολύ κανέλα γιατί φέρνει πολλοί χτύποι στην καρδιά! Και με το καϊμάκι πάει πολύ ωραία, και ρόφημα ακόμα καλύτερα! Βάζεις λίγο στο φλιτζάνι και ρίχνεις καυτό νερό, το ανακατώνεις και γένεται μούρλια!
- Ωραία, τα έγραψα!
- Μπρε σεις, αρέσετε κάνα ασίκη; Καιρός σας είναι! 
- Όσοι μας αρέσουν δεν είναι πια λεύτεροι, τους πρόλαβαν άλλες...
- Αμ έτσι αφήνουνε τις καλές τύχες; Κι εσείς τι κάμετε κοκόνες, όρθιες κοιμόσαστε; 
- Ε, δεν ήτανε τυχερό μας...
- Άκου λόγια κοριτσιών! Μπρε σεις, άμα δεν κουνηθείτε κομμάτι, έτσι θα φύγει η ζωή σας! Τέτοιες κοπέλες ωραίες και να σας φεύγουνε οι γαμπροί επειδής οι άλλες είναι πιο ξύπνιες; Και καλά κάμουν δηλαδή, μα έρως είναι, μα προξενιό, σημασία δεν έχει, ο άθρωπος μετράει! Ούλες έτσι παντρευτήκαμε αυτοί που θέλαμε! 
- Θα μας πεις κυρία Σουλτάνα να μάθουμε κι εμείς τα κόλπα;
- Πρώτα να διούμε τι θα πει το κουπάκι κι έγνοια σας! 
Το πολυπόθητο στεφάνι φάνηκε πεντακάθαρα στης Ευγενίας, μακρινό κι εμποδισμένο.
- Να και τα ευχάριστα! Διες το κοκόνα μου κι εσύ!
Τα γέλια και τα ξεφωνητά ακούστηκαν σε όλο το σπίτι.
- Ποιος να είναι άραγε; Πότε θα γίνει, αργεί πολύ;
- Το στεφάνωμα και πολύ κοντά δεν είναι, αμά ετοιμάσου για αίσθημα!
Στης Μερόπης τίποτα. Κάτι συναντήσεις και λόγια μόνο. Η Σουλτάνα δεν ήθελε να την απογοητεύσει.
- Κι εσένα σε πέφτει γιαβρί μου! Λίγο πιο αργά, αμά βιάσου για να είναι οι χαρές διπλές! 
- Να βιαστώ... Δε με ζήτησε και κανένας της προκοπής...
- Ούλα θα γένουνε κατά πως πρέπει. Να με ακούτε και χαμένες δε θα βγείτε, ξεύρω που σας λέγω! 




Ο μαύρος βελούδινος γιακάς ταίριαξε θαυμάσια στο κρεμ παλτό της Μαρίκας. Το βλέμμα της έπεσε στο ασορτί καπελάκι.
- Για να ιδώ πως με πάει!
Οι συμπεθέρες είχαν πάει από νωρίς στο μαγαζί κι η Σουλτάνα ορμήνευε τις μάνες όσο χάζευαν και προβάριζαν αξεσουάρ.
- Σε μένα θα τα λέτε αφού με δείξανε εμπιστοσύνη! Έτσι που τις έφερα βόλτα θα με ακούσουνε και θα τις κουκουλώσουμε! Υπάρχουνε τώρα τίποτις γαμπροί της προκοπής λέτε; 
Τίποτα θετικό. Ο γιος ενός εμπόρου που τις προμήθευε τρέσες ήταν καλή περίπτωση, αλλά ακούστηκε ότι έχει μπλεχτεί με μια πεταχτούλα που ο πατέρας του δεν ήθελε ούτε να την ακούσει. Η μάνα έπνιγε τον καημό της γιατί είχε φιλίες με τη δική της.
- Και τι μάθατε, πάει για στεφανώματα; 
- Έτσι λένε, τι να σ' ειπούμε... Ούλα τα κέντρα πια τσ' ηξεύρουνε που γλεντοκοπάνε και να ιδείς παράδες που αφήνει αυτός... 
- Μπα;
- Και να σ' ειπώ ακόμα ένα; Με πολλοί άντροι ήμπαινε κι ήβγαινε αυτή! Η μάνα τση ήλεγε στη δικιά του που ήκαμε χίλια παρακάλια να εύρη έναν άθρωπο να την ηστεφανώσει για να μπει σε μια σειρά, να ηκάμει το σπιτικό τση. Και καλά που την ήγνοιαζε όπως κάθε μάνα η τύχη τση, όχι που ήτο στα σοκάκια από κορίτσι μικρό... Στο μάτι τον είχενε για γαμπρό σ' ηλέγω και με τούτα και μ' εκείνα τόνε τυλίξανε! Κι η γυναίκα τώρα τι να κάμει; Ηβλαστήμησε την ώρα που ήκαμε φιλίες μαζί τση και δεν ημπορεί να ειπεί και τίποτις... Μέγα μπλέξιμο Σουλτάνα μου...
- Καταλαβαίνω... Να την κάμει προσβολή δε γένεται, δίκιο έχει η χριστιανή... Να σας πω κι ένα πράμα όμως, ο μπαμπάς του λεβέντη δε θα μαζώξει τον παρά του; Χώρια που θα τόνε βγάλει κι όξω απ' τη δουλειά μη και μείνει στην ψάθα αφού τόνε τραβάει από γλέντι σε γλέντι αυτή! 
- Τι να κάμει με τέτοια νύφη... Μόνο να ιδείς πως ντύνεται, ούλα τα λούσα απάνου τση φορεί! Τόσοι παράδες φορτωμένη απέ πάνω ως κάτου! Δε θα ηλέγει κι ο άθρωπος που αυτή θα μας ητινάξει; Άστα κοκόνα μου... Α, να, ο αδερφός του έρχεται!
Καλοστεκούμενος ο κύριος Ζήσης. Με το κοστούμι και τη φανταχτερή γραβάτα, μπήκε γελώντας στο μαγαζί. 
- Ηπαρήγγειλα τσάι για πέντε! Είδα που έχετε και δυο ωραίες κυρίες εδώ κι είπα να ζεσταθούμε ούλοι! 
Συμπαθέστατος, ευγενικός, χαριτωμένος. Η Σουλτάνα ρώτησε τη μητέρα της Μερόπης όσο εκείνος δειγμάτιζε στην αδερφή της  κάτι ωραία σιρίτια με ασημένιες κλωστές.
- Μαζί έχουνε τη δουλειά βλέπω, ε Καλλίτσα;
- Ναι, ηγιόμισαν ούλα τα μαγαζιά με τα δικά τους πράματα απ' την αρχή. Τα καλύτερα έχουνε! 
- Φορτωμένος παράδες κι αυτός! Γυναίκα, παιδιά, έχει;
- Χήρος είναι πολλά χρόνια. Κομμάτι μεγάλη του ήτο εκείνη κι ήφυγε, παιδί δεν ήκαμε... 
- Και θα τόνε κληρονομήσουνε τα ανίψια μάλλον...
- Δεν ηξεύρω... Θέλει να παντρευτεί ξανά και να πάρει μικρή γυναίκα αυτή τη φορά, πολύ μικρή!
- Πα πα πα! Να βρεθεί καμιά σαν του ανιψιού και να τόνε μασήσει! 
- Να σκεφτείς που ήριξε τα μάτια του στη Μερόπη μου μια φορά που ήτο εδώ! Κοντά τριάντα χρόνια την περνάει τρομάρα του, καθόλου δεν ησκέφτηκε αυτό το πράμα!
- Μη με το λες, θα παλαβώσω! Στην κοπέλα σου θα έβγαζε το άχτι του που είναι παιδί του;
Η παραγγελία έκλεισε κι ο Ζήσης βγήκε για λίγα λεπτά. Σε ένα τέταρτο περίπου ο μικρός του γωνιακού μαγαζιού τους έφερε ούζο με μεζέδες. Χαιρόταν τη συντροφιά των ωραίων γυναικών κι όταν το καραφάκι άδειασε κι άνοιξε το άλλο, η κουβέντα ήρθε στο γάμο. 
Η Σουλτάνα που τον έκανε γούστο, άρχισε να του παίρνει λόγια για τον ανιψιό του. Της καλάρεσε ο γιος του εμπόρου κι ήταν κρίμα να του τρώει τους παράδες η παρδαλή, ενώ μπορούσε θαυμάσια να τους τραγανίσει η μια από τις δυο ξαδέρφες. 
- Δύσκολο πράμα να βρει καλό άντρα μια κοπέλα κυρ-Ζήση μου. Αυτό λέγαμε εδώ με τις φιληνάδες μας που έχουνε κόρες λεύτερες και πολύ καλές! Να βρούνε αθρώποι καθώς πρέπει, να πάνε στην κόχη τους...
- Και καλές και όμορφες είναι! 
- Και να διεις χρυσοχέρες! Νοικοκυρές σε ούλα τους, στα φαγιά και στα γλυκά πρώτες! 
Η Μαρίκα έκλεισε το μάτι στις άλλες.
- 'Ηκαμε η Μερόπη κι ένα σορόπι τση κανέλας ζουλευτό που δεν το χορταίνεις, μες στη γλύκα είναι!
- Μμμμμ... Χαρά σ' αυτόνε που θα το πιει! 
Η Σουλτάνα πέταξε τη μπηχτή. 
- Ο γαμπρός να είναι ο τυχερός!
- Εγώ να σ' ειπώ, πολύ συμπαθώ τη Μερόπη, το είπα και τη μαμά της...
- Α! Για τον ανιψιό σου λες, ε;
- Όχι, για μένα! Μη κοιτάς που έχω κάμποσα χρόνια στην πλάτη μου, κρατιέμαι πολύ καλά, είμαι γερό κόκαλο!
- Ναι κυρ-Ζήση μου, αμά άντρα για γαμπρό θέλουμε, όχι για σούπα!