.

.
.

Δευτέρα 27 Μαΐου 2013

Ξορκισμένη με τον απήγανο!



Ο πολύχρωμος μουσαμάς που σκέπαζε το τραπέζι, στράγγιζε φρεσκοπλυμένος στο σχοινί με την υπόλοιπη μπουγάδα. Οι γλάστρες ποτίστηκαν, η αυλή ήταν σκουπισμένη από νωρίς κι η Λούλα αφού χτενίστηκε κι ανανέωσε το κραγιονάκι της, έβαλε την καθαρή τσίτινη ρομπίτσα της. Οι νοικοκυρές με τα καρεκλάκια τους είχαν βγει στο κατώφλι. Τα παιδιά έπαιζαν αμέριμνα στο δρόμο μασουλώντας ψωμί με ζάχαρη και λάδι. 
Γέμισε ένα βαθύ πιάτο με βερίκοκα και μούσμουλα, φίλεμα των γειτόνων που είχαν δέντρα στις αυλές. Πάντα τα βραδάκια έβγαζαν κάτι, πότε η μια και πότε η άλλη. Φρούτα, στραγάλια, αμύγδαλα, καρύδια, ηλιόσπορους, ό,τι υπήρχε. Το κατακαλόκαιρο είχε την τιμητική του το καρπούζι. Ολόδροσα χοντρά κομμάτια στα πολύχρωμα πλαστικά λεκανάκια κουζίνας για όλους, εκτός από τα παιδιά που το έτρωγαν σε φέτες, πάντα παίζοντας. 
Το μόνιμο θέμα συζήτησης εδώ και λίγες μέρες εκτός από τα συνηθισμένα καθημερινά τους, ήταν η μαντάμ Νάνσυ. Πότε βγήκε, πότε μπήκε, πού είναι ο άντρας της, πόσο χοντρός ήταν ο γιος της που τον είχε δέσει για τα καλά στη φούστα της... 
Το επεισόδιο με τη Λούλα δεν είχε απλά ξεχαστεί, αλλά έκανε το γύρο της Κοκκινιάς! Φούρνος, μπακάλικο, μανάβικο και κρεοπωλείο, ήταν πηγές πληροφοριών γιατί πάντα εκεί συναντούσαν η μια την άλλη και μαθαίνονταν τα πάντα. 
Όταν ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο Νάνσυ και Λούλα πάνω από τα πανέρια με τις φραντζόλες, άφρισαν κι οι δυο για τους δικούς τους λόγους η κάθε μια. 
- Μόνο αυτά τα ψωμιά έχετε κύριε; Αν σας βρίσκεται στη λαμαρίνα να μου δώσετε, αλλιώς φεύγω!
- Κυρ - Ανάργυρε, δώσε σε μένα τα ψωμιά που τα καταδέχομαι και δεν παγαίνω αλλού! Βάλε με κι ένα κιλό αλεύρι άσπρο κι ένα κομμάτι μαγιά που θέλω για τυρόπιτες! 
- Ο καθένας όπως έχει μάθει! Άλλο οι κυρίες κι άλλο οι κυρούλες!
Ευτυχώς που η Λούλα είχε φύγει γιατί θα γινόταν φασαρία μεγάλη... 

Η μαντάμ που δεν είχε χωνέψει ακόμα ότι δεν πέρασε το δικό της, να σκύψει και το κεφάλι η παρακατιανή που θέλησε να την καλωσορίσει με λαϊκό τρόπο, έβαλε στόχο να την εκδικηθεί. Τίναζε την κουρελού της αργά τη νύχτα πάνω από την απλωμένη μπουγάδα κι άδειαζε το φαράσι με τα σκουπίδια που φύλαγε ειδικά γι' αυτή την περίπτωση. Ποτέ στων άλλων γυναικών της αυλής που δεν είχε κάτι μαζί τους, εκτός του ότι τις θεωρούσε φτωχούλες και κακόμοιρες. 
Η κυρά - Διονυσία έβαλε  ένα ακόμα κουκούτσι βερίκοκου σ' ένα πλαστικό σακουλάκι και γύρισε προς την αυλή. Τα σεντόνια και οι πετσέτες απλωμένα στη σειρά, άστραφταν από καθαριότητα. Τα μούλιαζαν σε ζεστό νερό με φέτες λεμονιού που τα έκαναν κάτασπρα. 
- Ιδέτε τα ασπρόρουχα τι παστρικά που είναι τώρα! Ίσια με το πρωί που θα τα μαζώξουμε, μες στο σκουπιδαριό θα είναι πάλι! Μα πως ηγίνεται αυτό το πράμα, δεν ηξεύρω... Κι αγέρας να σηκωθεί που λέμε, απέ πού να τα βρει να τα ηφέρει; Και το ταρατσάκι της κυρά - Σασώς μες στην πάστρα είναι, κάθε ημέρα ηφροκαλίζει* η γυναίκα! Τι κακό κάθε τρεις και λίγο μ' αυτό το πράμα... 
- Μαμά, αυτό που σ' είπα, δουλειά αυτηνής είναι! Άμα τήνε πετύχω, τρίχα τρίχα θα τσ΄ ηβγάλω το μαλλί τση φανταγμένης! Κι εμείς που είχαμε τόσοι παράδες και σπίτι καλό τέτοιοι αθρώποι ημαστάνε; Συ ήσουνε απέ τις πρώτες κυράδες με λούσα και μαλάματα κι ητρίζανε τα σοκάκια όπου περνούσες, δε με τα λέει κι η θεια ούλη την ώρα; Και καταδεχτικιά ήσουνε και τον κόσμο ούλο υπολόγιζες και τσι πλούσιοι και τσι φτωχοί, τέτοια πράματα ήκαμες;
- Α πα πα! Οι αθρώποι ούλοι πρέπει να είμαστε ταπεινοί και να έχουμε στόμα γλυκό με τον κόσμο! Μα μπρε κόρη μου, νοικοκερά γυναίκα είναι, πως να κάμει τέτοια πράματα; Ο νους μου να το χωρέσει δεν ημπορεί... 
- Να μπορέσει! 
Για να τους ρίχνει στάχτη στα μάτια η μαντάμ Νάνσυ. έβγαινε το πρωί στην πόρτα της και τάχα τίναζε. Η Λούλα, αφού έκανε μια γύρα στην αγορά και μάζεψε ό,τι χαλασμένο και βρομερό είχαν πετάξει οι έμποροι, ανέλαβε δράση.  Είχε ένα τενεκέ που γέμιζε κάρβουνα κι αφού τον άδειασε τον γέμισε με ωμά ψαροκέφαλα, κομμάτια από χαλασμένο κρέας κι έντερα κι απήγανο από τη γλάστρα. Κάθε σπίτι είχε αυτό το ανυπόφορο φυτό που μύριζε απαίσια, για το κακό μάτι και τη γλωσσοφαγιά. 
Όταν άναψε φωτιά, άνθρωπος δε μπορούσε να σταθεί από τη δυσοσμία. Κλείστηκε στο σπίτι της όπως και οι άλλοι που είχαν ενημερωθεί κι έβαλαν πανιά στις χαραμάδες μη περάσει η μυρωδιά. Ο καπνός ανέβαινε γεμίζοντας μπόχα το σπίτι της μαντάμ από τα ανοιχτά παράθυρα, κάνοντάς τη να φωνάζει και να καταριέται.
- Ξορκισμένη με τον απήγανο! έλεγε ξανά και ξανά η Λούλα και γελούσε με την καρδιά της! 



Τα κουκούτσια από τα βερίκοκα πλύθηκαν κι απλώθηκαν σε πετσετούλα να στεγνώσουν για να μπουν στο ψυγείο μαζί με τα άλλα. Η Λούλα τα μέτρησε και σημείωσε στο χαρτάκι τον αριθμό. Έπρεπε τα πενήντα που ήταν να γίνουν τουλάχιστον εκατό για να φτιάξει λικέρ. 
Τα ενενήντα ολόκληρα και τα υπόλοιπα δέκα τα έσπαγε κι έπαιρνε την "καρδιά" τους. Τα έβαζε όλα σε βάζο γυάλινο και γέμιζε το υπόλοιπο με κονιάκ καλό. 
Ξεκαλοκαίριαζαν στον ήλιο κι όταν άρχιζαν οι φθινοπωρινές μέρες ετοίμαζε το σιρόπι με ένα σχεδόν κιλό ζάχαρη κι ένα φλιτζάνι νερό. 
Περνούσε το σιρόπι από τουλπάνι, όπως και το κονιάκ σε μια μεγάλη τσουκάλα για να το χωράει.
Ξανά πέρασμα από τουλπάνι διπλό και γέμιζε τα μπουκάλια. 

- Καλησπέρα σας κυρίες μου! 
- Καλησπέρα σας! απάντησαν ξερά δυο τρεις.
Η προσβολή που έκανε στη Λούλα κι όσα  φώναξε στο σπίτι της βρίζοντας σχεδόν το γιο της, έκαναν από τότε τους γείτονες να την αντιπαθήσουν. Η Αθανασία δεν έδωσε σημασία στην αρχή και περνούσε γυρίζοντας το κεφάλι, όμως δεν άντεχε τη μοναξιά. Μαθημένη να λέει τα δικά της και να μοιράζει ό,τι υπήρχε στο σπίτι κάνοντας την πλούσια, τρωγόταν τώρα με τα ρούχα της. Έψαχνε τρόπο να πιάσει κουβέντα για τα μεγαλεία της και δεν ήξερε πως. 
- Τις βλέπεις όλες Σταθούλη μου; Στις πόρτες τους κάθονται και κουτσομπολεύουνε κάθε μέρα! Άντε να χαθούνε οι ψωριάρες!
Αυτό την παρηγορούσε αρχικά και καθόταν κλεισμένη στο σπίτι. Το μικρό μπαλκονάκι έπρεπε να φτιαχτεί επειγόντως γιατί ήταν ετοιμόρροπο και δεν είχε λεφτά. Ποιον άλλον θα σκεφτόταν εκτός από το Μάνθο, που δεν είχε πάει ακόμα στο καινούργιο σπίτι... 
- Θα σε ειδοποιούσα από προχτές να έρθεις για να μη ζορίζεται το παιδί, αλλά πήρα μεγάλη τρομάρα και δεν πρόλαβα...
- Τρομάρα γιατί;
- Ναι, με το γιο μας! Έκαμε έτσι να βγει στο μπαλκονάκι να ξεζαλιστεί από τα διαβάσματα και κόντεψε να σκοτωθεί, έτοιμο να πέσει είναι! 
- Να το φτιάξουμε Αθανασία... 
Άφησε χρήματα και υποσχέθηκε να πάει την επομένη με δυο μαστόρους. Θα έμενε και λίγες μέρες μαζί τους πάλι, για να είναι ο Στάθης συγκεντρωμένος στο διάβασμα. Του έλειπε ο πατέρας του που κοιμόταν σπάνια στο σπίτι και το...παραμύθι της δουλειάς δεν το πίστευε πλέον, αλλά έκανε ότι δεν καταλάβαινε... Ποιο παιδί δε θέλει να βλέπει μαζί τους γονείς του;

Η μαξιλαροθήκη έπεσε σκόπιμα στη δίπλα αυλή από το ανοιχτό παράθυρο, την ώρα που η μαντάμ αέριζε το κρεβάτι. Η κυρά - Διονυσία την έπιασε και την έδωσε στην κόρη της.
- Τι με την ήφερες εδώ μαμά; Να τσακιστεί να τήνε πάρει αυτή, άμα έχει μούτρα να ξαναμπεί εδώ πέρα! Πάρ' τηνα να μη τήνε βλέπω και συχύζουμαι, άντε! 
Η Διονυσία την έδωσε σ' ένα παιδάκι που έπαιζε στο δρόμο.
- Να τήνε δώκεις στη μαντάμ Νάνσυ που της ήπεσε στην αυλή μας!
Ο Μάνθος έπινε τον καφέ του όταν η πόρτα χτύπησε. Το παιδάκι έφυγε με τη μαξιλαροθήκη στο χέρι πάλι... 

- Μήπως με ζήτηξε κανένας όσο έλειπα;
- Μπα, όχι... Μόνο ένα παιδάκι έκαμε λάθος την πόρτα και ήρθε εδώ μ' ένα ρούχο...
- Τι ρούχο, ποιόνε ζήταγε;
- Λάθος έκαμε σου λέω, μια μαντάμ Νάνσυ ήθελε και το έστειλα στην ευχή να πάει να τη βρει... 
- Για καλό ήρθες πάλι; Εμένα ζητούσε και το ρούχο που λες είναι η μαξιλαροθήκη μου!
- Μα ζήτησε τη μαντάμ Νάνσυ σου λέω, εσύ είσαι αυτή; Άσε μας βρε Θανασούλα... 
- Εγώ είμαι κι άμα σου αρέσει! Κι άλλη φορά θα λες ότι η μαντάμ λείπει για ψώνια και θα τη βρείτε πιο μετά!
- Έλα Παναγία μου! Τι άλλο πια θ' ακούσω από σένανε... 





Φροκαλίζει - Σκουπίζει

23 σχόλια:

  1. Η Νάνσυ μας θα βρει τον δασκαλο της, απο την Λούλα
    Μαρακι μου μπράβο μια ακομα φορά, είσαι μεγάλο ταλέντο. Διαβάζοντας τις ιστορίες ήταν σαν να βρισκόμουν μάζι τους στην αυλή και ετρωγα βερίκοκα.
    Φιλακια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μαράκι μου, ήταν ζόρικη η Λούλα και της χρειαζόταν ένα καλό μάθημα της κυρίας!
      Δεν είμαι εγώ το μεγάλο ταλέντο αγάπη μου, η φαντασμένη Θανασούλα...ζωγράφιζε με τη συμπεριφορά της...χιχιχι!
      Τα κουκούτσια από τα βερίκοκα που έφαγες θα τα έδωσες στην κυρά - Διονυσία για το λικεράκι, ε;

      Σ' ευχαριστώ πολύ καρδούλα μου, φιλάκια πολλά και Καλή Εβδομάδα!

      Διαγραφή
  2. ορίστε μας!!!!!!!!!!!
    δε φτάνει που ήρθα στα δύο (ε δεν άντεξα!!!!)
    με σύγχυσες με την παλαβή...να μου κοπεί και η όρεξη να μην μπορώ να φάω!!!(αμήν Παναια μου!)
    αλλα θα βρει τον μάστορα της με την Λούλα!!!!!!
    Μαντάμ Νάνσυ μη "#¤%&!!!!!!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαχαχαχαχαχαααχαχαχαχαααα!!! Δεν παίζεσαι, τέλος!
      Να είσαι πάντα καλά Ελενάκι μου για το γέλιο που μου χάρισες με το σχόλιό σου!
      Μακάρι κάθε μέρα να γελάς έτσι κι εσύ κορίτσι μου!

      Φιλούθκια!!!

      Διαγραφή
    2. ότι είμαι Τέλος είμαι...τι να λέμε τώρα!!!!!

      Διαγραφή
    3. Έλαααααααααααα! Τι εννοείς ακριβώς δεν είπαμε...
      Πρόσεξε τι θα απαντήσεις γιατί θα σε δείρω!!!

      Διαγραφή
  3. Οσο πάει και καλύτερο γίνεται Μαιρούλα μου, περιμένω πια πως και πως την συνέχεια κάθε φορά!!
    Φιλιά πολλά πολλά, καλή βδομάδα!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ελενάκι - ζουζουνάκι μου, είχαν πλάκα εκεί όλες!

      Φιλάκια πολλά, καλή εβδομάδα!!!

      Διαγραφή
  4. Μπράβο Μαρία1 Περιμένουμε την συνέχεια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. πολύ καλή ιστορία και πάλι.....να σαι καλά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Να είσαι κι εσύ καλά ευγενικέ μας κύριε!
      Πάντα με τον καλό λόγο και την καλύτερη ευχή είσαι!

      Καλή δύναμη!

      Διαγραφή
  6. Πάρα πολύ όμορφη η ιστορία σου..ένιωθα σα να ήμουν κι εγώ εκεί..τόσο ζωντανή είναι!!
    Μπράβο!!..φιλιά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μαράκι σ' ευχαριστώ πάρα πολύ!

      Καλό βράδυ, φιλάκια!

      Διαγραφή
  7. ΚΑΛΕ τον απηγανο θα τον φυσαγρ και δεν θα κερυωνε η ψωριαρα ακου μανδαμ νασαι καλε Μαιρουλα μου γελασαμε παλι σε φιλω

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μα τι ψωριάρα...απερίγραπτη!

      Να 'σαι καλά κι εσύ Κάτια μου, φιλάκια πολλά!

      Διαγραφή
  8. Υπέροχο και ταξιδιάρικο το μπλογκ σας. Σας αξίζει ακομη ενα βραβειο. http://tamystikatismamas.blogspot.gr/2013/05/blog-post_26.html

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Περιμένω εναγωνίως να δω την κατάληξη της ξεμωραμένης Θανασούλας!!Ακου Νάνσυ!!!!Φιλάκια
    Υ.Γ.Ειλικρινά κάθε φορά που σε διαβάζω παθαίνω την πλάκα μου με τις χειμαρώδεις ιστορίες σου αλλά και την πολύ καλή γνώση της εποχής εκείνης!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ξεμωραμένη ανέκαθεν ήταν Χρυσάνθη μου! Χα χα χα!
      Νάνσυ βέβαια, έτσι τη φώναζαν στη Γαλλία και στην Αμερική... Καμία άλλη δεν είχε τέτοιο όνομα στις γειτονιές που έμενε...

      Η γνώση μου οφείλεται στις διηγήσεις τους και στις τόσο παραστατικές εικόνες...

      Σ' ευχαριστώ πολύ ωραία μου κυρία, φιλάκια πολλά!

      Διαγραφή
  10. Ρομαντικό κοριτσίστικο το μπλόγκ σου,περιμένω τη συνέχεια της όμορφης ιστορίας σου γράφτηκα στα μέλη σου και σε περιμένω και στο δικό μου μπλογκοσπιτάκι!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλώς ήρθες και σ' ευχαριστώ πολύ!

      Φυσικά και θα σου κάνω επίσκεψη!

      Διαγραφή
  11. Καλοδεχούμενη πάντα!

    Σ' ευχαριστώ πολύ, φιλάκια!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή