.

.
.

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Τα... μαγικά μπαχάρια



- Βρε τη Σωσώ! Να σου πω, πιστεύω ότι η αλλαγή στην εμφάνισή της έκανε το Σταμάτη να πέσει. Ήταν και μεθυσμένος...
- Ε, ναι, δε σε λέω, αμά και τα μάγια που τον έριξε, εκάμανε τη δουλειά τους! Ο Θεός να φυλάει απέ δαύτα!
- Κοίτα, εγώ δεν πιστεύω σ' αυτά! Το πιο πιθανό ήταν να του έριξε κάποια που φέρνουν ύπνο, όπως η βαλεριάνα ας πούμε κι άλλα διάφορα που δεν τα ξέρω...
- Τι με λες καλέ; Αυτή τη βαλεριάνα που είπες, την έδωκε ο φαρμακοποιός εδώ στη γωνία που είναι, ξεύρεις, σε μια κυρία που ητανάνε λέει αχωμένη και δεν ησύχαζε τις νύχτες! Η Μπερντού, έδινε άλλα πράματα, ποιος ξεύρει τι και γενούντουσανε αυτά! 
- Ε! Βάλε και τόσο ποτό μαζί, κάποιες παρενέργειες θα έκαναν, το ίδιο και στον καφέ το πρωί, τι να πω... Και τα αρώματα που λες ότι πότισε όλο το σπίτι κι όπου κάθισε κι όπου ξάπλωσε κι ήρθε ζαλάδα στη μάνα της... Άντε καλέ, λόγια είναι!
- Α! Μη το λες! Κάτι έβαλε μέσα αυτή κι ητανάνε ναρκωμένος αυτός, σα μεθυσμένος συνέχεια! Τα βοτάνια τα μαγικά, πολύ δυνατά είναι σε λέω! Αψιθιά τη βρήκανε στο μπαχτσέ τη Μπερντού άμα πέθανε για! Αυτή, μαζί με σπόροι διάφοροι μαζί να πούμε, σε κάμει και βλέπεις άλλα πράματα, ξεύρω που σε λέω για! Κι όλο αυτό το βαρύ το άρωμα στο σπίτι μέσα, πολύ ήθελε ο κουμπάρος; Με τα χρόνια, μας τα είπε μια φορά η Σωσώ και πολύ γελάσαμε! 
- Και μετά το γάμο τι έγινε, πως τα περνούσαν; 
- Πολύ καλά, ητανάνε ευχαριστημένος ο κουμπάρος! Αυτή επρόσεχε πάντα να πούμε, φκιαχνούτανε, ωραία ντυσίματα, κομμωτήριο κάθε βδομάδα, τα νύχια της έκαμε, όλο λούσα και παρφούμες! Είχε και κάτι παράδες η μάνα της και την έδωκε προίκα, σπιτάκι δικό τους, ρουχισμό και πράματα πολλά, δεν ζοριζούτανε και τόσο να τα βγάλει πέρα...Και νοικοκυρά πολύ ητανάνε, καλοδεχτικιά, φαγάκια ωραία τον έψηνε, αμά τόνε ποτίζανε κιόλας, θαρρείς που έτσι τον αφήκανε;
- Σιγά καλέ κι εσύ, τον ποτίζανε... 
- Ναι σε λέω! Απέ το πιάτο του και το ποτήρι του άλλος κανείς μήτε να αγγίξει! Πάρε μια βούκα κι εσύ την έλεγε, δε θέλω τον απαντούσε αυτή! Να διείς που και στον καφέ τον έριχνε, όχι το πρωί που πάγαινε στη δουλειά, αμά το απόγεμα που έμεισκε στο σπίτι. Ε, μετά τον έκαμε και το παιδί κι εκεί να 'βλεπες το Σταμάτη, λωλάθηκε εντελώς! Όλοι όμως, πίσω απέ την πλάτη του αυτό λέγανε, που η κόρη της χαρτούς τόνε τύλιξε! Πολλά πράματα ξεύρανε απέ δαύτα, έπιανε την τράπουλα και σε τα έβρισκε όλα, όλα!
- Σώπα καλέ κι εσύ! Η τράπουλα είναι για να παίζεις με τα φύλλα, την τύχη σου θα δείξει; Ποτέ μου δεν τα πίστεψα αυτά...
- Για να σε το λέω εγώ, ξεύρω για! Μια ζωή τα ρίχνουνε τα χαρτιά, δεν είναι τωρινό πράμα αυτό! Κι εμένα με τα έριξε μια φορά κι ένα σωρό πράματα με βρήκε και με ορμήνεψε, όλα με βγήκανε σε λέω!
- Αφού σε ήξερε και έγινε κουμπάρα σου κι η κόρη της που πήρε το Σταμάτη, λογικό ήταν να ξέρει τα οικογενειακά σου πάνω κάτω...

- Ναι, αμά με βρήκε κι άλλα πράματα που δεν είχανε γένει ακόμα!

- Καλά... Για πες μου κι αυτά με τα μπαχαρικά που ξέρεις να τα θυμηθώ... Χα χα χα!

- Συ γελάς, αμά πιάνουνε σε λέω! Η δάφνη άμα τήνε βάλεις στο μαξιλάρι σου, σε φέρνει ονείρατα που βγαίνουνε! Βλέπεις τι θα γένει και φυλάγεσαι να πούμε! Άμα τήνε κάψεις όμως, ζάλη σε φέρνει σα να έχεις μεθύσει... Κανέλα άμα ρίχνεις στο φαΐ ή το πιοτό του αλλουνού, λύνεται η γλώσσα του και πάει ροδάνι! Χώρια που με το μέλι μαζί άμα τη βάλεις στο ποτό ανάβει ο άντρας! Το κεκάκι που εψήσανε η Σωσώ, κανέλα μπόλικη βάλανε μέσα, σπόροι και όλα τα μπαχάρια κι έτσι την είπε που θα τήνε πάρει για! Και τρεις ημέρες μοσχοκάρφια κράτα στο δεξί σου χέρι και μελέτησε τι θες και θα σε γένει!
- Χα χα χα χα! Ας μην τον απειλούσε η μάνα της με το μπαλτά και θα σου 'λεγα... Και πόσα μοσχοκάρφια πρέπει για να 'χουμε καλό ρώτημα, μη κάνω κάνα λάθος; 
- Ε! Τέσσερα, πέντε, με το κεφαλάκι τους να είναι όμως, όχι έτσι! Το μοσχοκάρφι είναι πολύ δυνατό πράμα σε λέω, δε βλέπεις που το καίμε στο ξεμάτιαγμα; Άμα έχει κάποιος πολύ μάτι να πούμε και δε μποράει, αυτά τινάζουνται και σκάνε για! Και το μπαχάρι άμα κάψεις, παράδες να διείς που σε φέρνει στο σπίτι!
- Έλα! Τότε να αδειάσουμε τα συρτάρια, να τα βάλουμε μέσα κυρά Ανθούλα μου, μη σου πω και τις ντουλάπες!

- Διε τι θα σε πω! Μια φορά στην Πόλη, οι παράδες μας είχανε σωθεί και χρωστάγαμε τρία μηνιάτικα τη νοικοκυρά. Για να μας δανείσουνε κομματάκι δύσκολο, γιατί είχαμε πάρει απέ κάποιοι δικοί μας να ταΐζουμε τα παιδιά και κάτι άλλα που είχαμε στη μέση κι απέ τις αδερφάδες μου δεν ήθελα. Με τη Σουλτάνα της τρελής είχε γένει, θα σε τα πω μετά κι άμα το μάθαινε θα τον έβανε φωτιά το Γιάννη να τόνε κάψει η τρελή έλεγε! Χα χα χα χα! Πιάνω που λες τα μοσχοκάρφια, καίω και κάμποσο μπαχάρι και να 'σου η Μέλπω η φιληνάδα της Γιωργίτσας, που ητανάνε και δικιά μου! Με βλέπει που είχα τα χάλια μου, μ' αρώτηξε, την είπα εμπιστευτικά και μ' έφερε παράδες και πλέρωσα, γλυτώσαμε την έξωση στο τσακ που λένε! 
- Σύμπτωση ήταν!

- Σώπα καλέ, τι σύμπτωση με λες; Δεν ξεύρω εγώ που σε λέω για; 'Ετσι πάλι ξανάγινε που δεν είχε δουλειά ο Γιάννης και θα μείσκαμε στο δρόμο και να η Γιωργίτσα μίλησε τον άντρα της και τόνε πήρε στη δουλειά! Όπως σε τα λέγω γενήκανε! 
- Μάλιστα! Και δε μου λες, με τον Αλέκο δεν τα έχεις κάνει αυτά τα κόλπα, να βρει μια δουλίτσα επιτέλους;

- Αχ... Λες να μη τα έκαμα; Αμά πως να πιάσουνε κι αυτά, άμα τόνε γλωσσοτρώνε, με λες;
Αλίμονο... Δεν έφταιγαν τα μπαχάρια αν ο γιόκας της ήταν τεμπέλης και ήθελε να βρει δουλειά διευθυντού, αλλά η γλωσσοφαγιά του κόσμου... Στον κόσμο τους Ανθούλα και Γιάννης... 




Τέλη Γενάρη και η Ανθούλα ξύπνησε ανήσυχη ένα πρωινό. Σα να ένιωθε κάποιες ενοχλήσεις στη μέση κι ένα βάρος χαμηλά. Δεν πρόλαβε να σηκωθεί όταν ένιωσε το υγρό ποτάμι να μουσκεύει τα πόδια της. Ξύπνησε το Γιάννη πανικοβλημένη και σε λίγο όλη η οικογένεια ήταν στο πόδι.
- Με σπάσανε τα νερά, τοις οχτώ μήνες πριν μπω καλά καλά. Πως με πήανε στο νοσοκομείο σαν τοις τρελοί κείνο το βράδυ, τι να σε λέω! Σε δυο ώρες γέννησα, με είπε ο γιατρός που είχα να πούμε ανοιχτή λεκάνη και εβγήκε η κόρη γλήγορα, κοντά τα τέσσερα κιλά, παχιά παχιά!
- Είναι που περίμενε το γιο ο αντρούλης σου!

- Χα χα χα! Είδε κι έπαθε να το χωνέψει, το φύσαε και δεν κρύωνε, αμά που τήνε είδε έτσι με τα μαλλάκια της τα σγουρούλια, αμέσως τήνε αγάπησε! Και με λέει, το άλλο θα είναι γιος στα σίγουρα! Αναμεταξύ, μηνύσανε και τις αδερφάδες μου και ήρτανε, τόνε φωνάζανε που έπρεπε να έρτουνε άμα με πιάσανε οι πόνοι και γένηκε καβγάς... Εκείνος είχε την έγνοια, η πεθερά μου έστειλε την κουνιάδα μου να φέρει τη βαλίτσα με τα μωρουδιακά, είπε και την άλλη που έχουμε γέννα πρόωρη κι απάνου στη φασαρία δεν επήανε έστω στη Σουλτάνα που ητανάνε πιο κοντά... 
- Κανονικά έτσι έπρεπε, αφού μπορούσαν το σωστό ήταν να ειδοποιήσουν... Άντε κι αυτές... 

- Ναι, βέβαια, αμά τέτοιες ώρες σαστίσανε κι αυτοί για! Άμα τον άκουσε που με είπε το άλλο θα 'ναι γιος, τον λέει πρόσεξε καλά, μάνι μάνι στο άλλο να μην έχεις το νου σου! Άστηνε κομμάτι σε ησυχία να διείτε τι θα κάμετε κι άμα στρώσετε τη ζωή σας να πούμε, κάμετε κι άλλο παιδί. 

Στους τρεις μήνες η Άνθω έμεινε πάλι έγκυος, λίγο πριν φύγει ο Γιάννης για το στρατιωτικό του. Η απόφαση να μην το κρατήσει ήταν κοινή.

Οι αδερφές της όταν το έμαθαν φώναζαν και τα έβαλαν μαζί του, αλλά φεύγοντας εκείνος κάπως ηρέμησαν τα πράγματα. Στους τέσσερις μήνες, βγήκε πάλι στο μεροκάματο, θηλάζοντας ακόμα το μωρό.
- Και τα δυο παιδιά μου τα είχα στο στήθος απάνου απέ το χρόνο. Αρκουδίζανε* κι απάνω μου πέφτανε για το βύζαγμα! Απέ κει ο γιατρός με φώναζε που είναι σκότωμα για μένανε, επήαινα στη δουλειά κι έφευγα σαν τρελή και μετά πάλι πίσω. Μεγάλη τυραννία ητανάνε εδώ που τα λέμε αλλά και τι να έκαμνα; Παράδες άλλοι δεν είχα, έδωκα το Γιάννη απέ τα κρυμμένα που έπρεπε να δώκει για κάτι εργαλεία που 'χε πει να πάρει και μιλιά την αδερφή μου, πατιρντί θα μ' έκαμε μεγάλο άμα το μάθαινε. Τότενες ητανάνε πολλοί οι παράδες που με είχε δώκει! Ο Γιάννης πρέπει να τοις είχε διεί κι όλο σπόντες με πέταγε. Όσο ήμουνα στο νοσοκομείο, κείνος ο πονηρός σήκωσε όλη την κάμαρη και τοις ανακάλυψε! Χα χα χα χα χα! 

Το πατιρντί δεν το απέφυγε. Βλέποντας η Σουλτάνα τη μικρή τους να βασανίζεται, της έλεγε να δουλεύει λιγότερες ώρες αλλά η Ανθούλα επέμενε. Δεν είχε άλλη λύση...
- Τι θες και δουλεύεις όλη μέρα και σε ρουφάει κι η μικρή συνέχεια, θα αρρωστήσεις στο τέλος! Μπρε συ, ξεύρεις τι είναι το βύζαγμα για τη μάνα; Πρέπει να καλοτρώς και να ξεκουράζεσαι, πού θα πάει αυτό; Ο άντρας σου λείπει, άμε λίγες ωρίτσες αφού δε γένεται αλλιώς και κάτσε κομματάκι στο σπίτι. Παράδες έχεις να πάρεις ό,τι λαχταρίσεις σαν κοπέλα, απέ τη μπέμπα τίποτις δε λείπει, τα πάντα της έχει διπλά και τρίδιπλα, τι κακό με σένανε; Μπρε συ, μπα και τον στέλνεις τοις παράδες που βγάνεις και δε λες να σταματήσεις να κάμεις τη δούλα ούλη τη μέρα; 
- Όχι Σουλτάνα μου, δεν τον στέλνω τίποτα, αμά να, όπως και να το κάμεις έχω κι εγώ τα έξοδά μου...

- Και παράδες έχεις να μη στεναχωριέσαι, ακόμα κι άλλοι θα μαζώξω να σε τοις δώκω! Όσο λείπει αυτός, εσένα και το μωρό να κοιτάζεις κι ανάγκη δεν έχεις κανένανε, τ' ακούς; Μα, δε με λες, το κεφάλι κάτου γιατί το έχεις, ε;
Κατακόκκινη η Άνθω, είχε καταπιεί τη γλώσσα της. 
- Μπρε συ, μπα και του τοις έδωκες και με το κρατάς κρυφό; Πες με την αλήθεια, μη και πάω να τον βρω κει που είναι και γένει της τρελής! 
- Σους μπρε Σουλτάνα να χαρείς, στρατιώτης είναι και θα πας να τον κάμεις ζημιά; 

- Κακό χρόνο να 'χει ο αδικιωρισμένος! Κι εσύ μπρε χαϊβάνι ντιπ είσαι! Τι σε είπα εγώ, ε; Σε παράτησε κι έφυε με την τσέπη φορτωμένη να καλοπερνάει κι εσύ πίσω μωρομάνα να κάμεις τη δούλα μέσα κι όξω απέ το σπίτι! Αμ δε θα το αφήκω έτσι αυτό εγώ, θα διείς τι έχει να γένει! Αχ! Από καιρό με ζώσανε τα φίδια!

Φουντωμένη έφτασε στο σπίτι τους με την Ανθούλα να τρέχει από πίσω και να την παρακαλάει. Οι σχέσεις τους από τη μέρα που ο Γιάννης έφυγε, είχαν γίνει χειρότερες. Αν δεν ήταν το μωρό, ένας Θεός ήξερε τι άλλο θα γινόταν εκεί μέσα...
- Σκουπίδι με κάμανε η μάνα κι οι αδερφάδες του! Και πού να τα πω και πού να μιλήσω, θα με παίρνανε πίσω οι αδερφάδες μου... 
Βρήκε και τις τρεις γυναίκες μαζεμένες να πίνουν καφέ, όταν μπήκε σαν το σίφουνα μέσα. Η πεθερά που άνοιξε απορημένη την πόρτα από τα πολλά και δυνατά χτυπήματα, στράβωσε τα μούτρα της όταν τις είδε κι άρχισε την επίθεση. 
- Μπα! Ήρθατε κι οι δυο μαζί βλέπω... Εσύ με το μωρό έπρεπε να λείπεις τόση ώρα απέ το σπίτι; Αίμα φτύσαμε ίσαμε να το μερέψουμε κομμάτι, κλάμα και κλάμα συνέχεια! Πεινασμένο είναι μάλλον, τα πανιά του τα αλλάξαμε και το πλύναμε. 
- Έτσι και τολμήσεις να πας να το θηλάσεις, δε θα βγεις ζωντανή απέ δω μέσα, ακούς τι σε λέω; Γάλα έτοιμο απέ δω και πέρα, πάει και τέλειωσε! Κι εσύ συμπεθέρα πού νομίζεις ότι μιλάς, ε; Τι τήνε πέρασες την αδερφή μου και τη φέρνεσαι έτσι μπροστά μου; Σκέψου τι γένεται δηλαδή δω χάμου και χαμπάρι δεν παίρνουμε! Που επέρασε με την ψυχή στο στόμα μια στάλα απέ το σπίτι να με διεί δεν είχε το δικαίωμα; Πού είναι τις Κυριακάδες να βγάλει όξω το μωρό και να έρτει βίζιτα σαν άθρωπος, ε; Τι κάμει αυτή τη μέρα, με λες; Τώρα σε πήρε ο πόνος που έχει το μωρό και λείπει τόσες ώρες; Άμα τρέχει και ξενοδουλεύει ούλη μέρα και μετά που γυρνάει τη ρουφάει ολόκληρη η μικρή δε σε νοιάζει; Που μπήκε στο μαχαίρι λεχωνίτσα να ρίχνει άλλο παιδί δε σε κόφτει; 
- Πτωχοί αθρώποι είμαστε, με το γιο στρατιώτη, τι να σε κάμουμε Σουλτάνα κι εμείς; Ο Αλέκος δουλεύει όλη μέρα, η αδερφή σου το 'να την ξινίζει και τ' άλλο τη βρωμάει, τα φαγιά δεν την αρέσουνε, ιδιότροπη είναι, πού θα τα βγάλουμε πέρα, με λες; Την εγγόνα μου την έχουμε σαν τα μάτια μας όσο λείπει, παράπονο δεν έχει! Κι άμα δεν ήθελε να ξενοδουλεύει αφού κι αυτή δεν έχει τίποτις, τι τήνε ήθελε την παντρειά, με λες; Σάματις δεν ήξευρε που ο γιος μου ητανάνε ένα παιδί πτωχό και με υποχρεώσες στην οικογένειά του; Να κάμανε μάνι μάνι και δεύτερο παιδί, τι θα γενούτανε, με λες; 
- Ο γιος σου λύσσαξε να τήνε πάρει κι εμείς δεν τόνε θέλαμε και το ξεύρεις πολύ καλά κυρά μου! Μήτε της τόνε δώκαμε, μήτε φυσικά συμφωνήσαμε και τα ξέραμε πολύ καλά αυτά που με λες! Κακό πράμα για τη φαμίλια σου κανένας δεν έχει πει κι έχεις άντρα καλό και νοικοκύρη, αμά ο κανακάρης σου όνομα καλό δεν έχει! Κι άμα κοπανάς που τον έπεσε λίγη η Άνθω, ας έπαιρνε άλληνε που θα είχε παράδες με ουρά και σπιταρόνα να μπει μέσα! Για πες με όμως, ποια θα τόνε έπαιρνε, με λες; Τόσοι αρρεβώνες χαλασμένοι πίσω του έχει, οι νυφάδες ούλες σκάρτες ητανάνε; Γυναικάς είναι κι αυτό το χούι δεν αλλάζει! Έτσι και μάθω ότι την έκαμε την αδερφή μου κάνα τέτοιο πράμα, θα στον χαλάσω και να το ξεύρεις, τα μούτρα κάτου θα τον φέρω! Άιντε απέ δω! 

Επεισοδιακή αυτή η μέρα! Γέρασε η Ανθούλα και δεν πέρασε χρόνος που να μη φέρει στο νου της αυτό τον καβγά. Οι τόνοι ανέβηκαν, έφτασε και στους παράδες η Σουλτάνα και τους άκουσε όλος ο μαχαλάς που ξεφτίλισε γαμπρό και συμπεθέρους... 







Αρκουδίζανε - Μπουσουλούσαν

17 σχόλια:

  1. Καλημέρα Μαίρη!!!Τρέχω να βρω μπαχάρι!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλημέρα Ρουλάκι μου!
      Τρέξε κοπέλα μου και μη ξεχάσεις να αδειάσεις το μεγάλο συρτάρι για να χωρέσουν, ε;

      Φιλιά!

      Διαγραφή
  2. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Επιτέλους.... κατάφερα να μπώ στο σπιτάκι σου ξανά!!!! Μου είχαν λείψει οι Σμυρνιές σου!!!! Αχ... τα μπαχάρια!!!! Πολλά φιλιά!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλώς το Βικάκι!
      Με τόσα ωραία πράγματα που φτιάχνεις κοπέλα μου, που να προλάβεις τις επισκέψεις; Σμυρνιές, Πολίτισσες κι άλλες Αιώνιες Γυναίκες δε φεύγουν, εδώ θα είναι με τα μπαχάρια τους!

      Φιλάκια!!!

      Διαγραφή
  4. Μοσχοκαρφια και μοσχάρι είπες πάω στην αγορά γρήγορα γρήγορα , θυμάμαι τη συγχωρεμενη τη βαβω μου που ξεματιαζε με μοσχοκαρφια και σκαγανε σε καλο σου ψυχη μου Σε φιλω

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Mοσχοκάρφια και μπαχάρι Μαριλιζάκι μου και γρήγορααααααα! Χαχαχαχα!
      Έτσι σε ξεμάτιαζε κι εσένα, ε; Χαίρομαι που στη θύμησα...

      Φιλάκια, καλή Κυριακή!

      Διαγραφή
  5. Κοίτα να δεις που όλοι μαζί στα μοσχοκάρφια και στα μπαχάρια θα πέσουμε μπας και δούμε άσπρη μέρα!

    Καλό ΣΒΚ Μαιρούλα μου
    με φιλιά θαλασσινά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Λες Ζουζούκα μου να πιάσει;
      Να σε δω ν' αγοράζεις τη μισή Σύρο και τι στον κόσμο!!! Κι αν σε ρωτήσουν για το...πόθεν έσχες, μπαχάρια θα πεις!

      Καλή Κυριακή κορίτσι θαλασσινό, φιλάκια πολλά!

      Διαγραφή
  6. Εγώ γιαβρί μου από χθες κρατάω 5 μοσχοκάρφια...
    Για να δω...Μέχρι αύριο το βράδυ θα μου βγει αυτό που θέλω...???..κάτι μου λέει " ναι "...-:))

    ( έτσι και μου βγει θα πιάσω και τα μπαχάρια...λολ )

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αν σου βγει αυτό που θέλεις, σε παρακαλώ να μου το πεις!
      Μόνο που σκέφτομαι τη χουφτίτσα σου κλειστή με τα γαριφαλάκια και να μελετάς λιώνω...χιχιχιχιχιχιιιιιιι!

      Πιάσε και τα μπαχάρια κορίτσι μου, ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται, μπορεί να πιάσει σε σένα...

      Φιλάκια πολλά, καλή Κυριακή!

      Διαγραφή
    2. αμ θα στο πω γιαβρί μου...Δυνατά...καθαρά και δημοσίως αύριο βράδυ 9 - 11 αχαχαχαχαχαχα...

      ( τα σεπρεπά τα ετοίμασα...εσένα περιμένω να στείλεις τα γραμμένα....)

      Διαγραφή
    3. Αχαχαχαχαααχαχαχαχαχαααα! Δε σε πιστεύωωωωωω!!!
      Καλά, θα σου στείλω μπουμπούκα μου, δε γλυτώνω εύκολα από σένα...

      Διαγραφή
  7. Λες Μαράκι μου, τα μοσκοκάρφια και τα μπαχάρια να κάνουν δουλειά?Εμ τότε να βιαστώ πρωί πρωί να τρέξω να πάρω φρέσκα και μοσκομυριστά και να τάξω.
    φιλάκια πολλά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Mαράκι μου, προσωπικά δεν τα πιστεύω αλλά δε χάνεις και τίποτα!
      Το μόνο σίγουρο είναι ότι αν δε σε γεμίσουν λεφτά θα σου κάνουν τα φαγάκια πεντανόστιμα! Χαχαχαχαχααααα!

      Φιλάκια κι αγκαλιά μεγάλη!!!

      Διαγραφή
  8. Μπρε Μαιρη μου γιαβρί μου.. πολλες μερες εχω να περασω να τα πουμε..πω..πω.. πραματα και θάματα εγιναν γιά;και εγώ με τις δουλειες.. όλο ελεγα να ερθω επίσκεψη.. και όλο κάτι τύχενε και περνούσαν οι μερες.......αλλά δεν ξεχνω να χτυπήσω την πόρτα σου... να σε διώ.
    και να σε φιλήσω.... μουτσ....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σμαραγδένια μου!
      Κάνε τις δουλίτσες σου εσύ κι εμείς δε χανόμαστε ματάκια μου!
      Σ' ευχαριστώ πολύ που χτυπάς την πόρτα μου, είσαι πάντα καλοδεχούμενη!

      Φιλάκια πολλά πολλά!!!

      Διαγραφή